Του Κυριάκου Ρώσσιου
Μέσα σε ένα κλίμα υγειονομικών και κοινωνικών κρίσεων, όπου το ευρωπαϊκό οικοδόμημα βρέθηκε στο στόχαστρο των ευρωσκεπτικιστών, κατηγορώντας το για ανεπάρκεια, η Ευρωπαϊκή Ένωση κήρυξε την έναρξη της Διάσκεψης για το Μέλλον της Ευρώπης. Έτσι λοιπόν, η 9η Μαΐου του 2021 σηματοδοτεί την εκκίνηση των αλλαγών στον ευρωπαϊκό χώρο.
Η επιλογή της συγκεκριμένης ημέρας δεν είναι τυχαία. Η επέτειος της Διακήρυξης του RobertSchuman αποτέλεσε την καλύτερη ίσως στιγμή για να ξεκινήσει αυτή η νέα ώθηση στον ευρωπαϊκό πολιτικό χώρο. Για το σκοπό αυτό, εγκαινιάστηκε μια ψηφιακή πλατφόρμα, η οποία χαρακτηρίζεται από τη διάθεση της πολυγλωσσίας, στην οποία μπορούν να παρεμβαίνουν πολίτες, ομάδες πολιτών, και οργανώσεις ώστε να μοιραστούν τις ιδέες τους για το Μέλλον της Ευρώπης.
Η νέα αυτή πρωτοβουλία επισημοποιήθηκε από την Πρόεδρο της Επιτροπής, UrsulaVonDerLeyen, τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, DavidSassoli, τον Πρωθυπουργό της Πορτογαλίας, εξ ονόματος του Συμβουλίου, AntónioCosta, και τον Πρόεδρο της Γαλλίας, EmmanuelMacron, στις 10 Μαρτίου του ίδιου έτους.
Θεωρίες δημοκρατικής νομιμότητας
Η Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης αποτελεί μια πολιτική πρωτοπορία. Ουσιαστικά δίνεται η δυνατότητα στους ευρωπαίους πολίτες να καταθέσουν τις προτάσεις τους για τις αλλαγές που επιθυμούν να γίνουν στην Ένωση. Η εξέλιξη αυτή αντανακλά το πρόβλημα νομιμοποίησης των θεσμών. Στόχο έχε, την δημιουργία ενός «Ευρωπαϊκού Δήμου», μιας, δηλαδή, κοινότητας πολιτών που συμμετέχουν ενεργά στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, διαμόρφωσης και χάραξης πολιτικής και συμμετοχής στα κοινά. Η ανάγκη αύξησης της «εκ των έσω» δημοκρατικής νομιμοποίησης περιορίζει την αμφισβήτηση των πολιτών τόσο απέναντι στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα όσο και σχετικά με τη διαχείριση πολιτικών κρίσεων από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Είναι δύσκολο προς το παρόν να κρίνουμε ποια θα είναι η εξέλιξη της Διάσκεψης και κατ’ επέκταση αν θα πετύχει τους στόχους της. Τα μέτρα λιτότητας των μνημονίων, οι σκληρές αποφάσεις των ηγετών για την αντιμετώπιση της κρίσης, η πανδημία και η νέα ύφεση δεν έδωσαν στην Ευρώπη τη δυνατότητα να «ξεφύγει» από το στόχαστρο των σκεπτικιστών. Ένας ακόμα αρνητικός παράγοντας ήταν και η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου. Μπροστά σε όλες αυτές τις προκλήσεις, η Διάσκεψη μπορεί να δώσει την κατάλληλη αφορμή για να αυξηθεί ο δημοκρατικός χαρακτήρας του ευρωπαϊκού πολιτικού συστήματος.
EuropeanYouthEvent 2021
Η διαδικασία του διαλόγου φαίνεται ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα. Είχα την τύχη να συμμετάσχω στο φετινό EuropeanYouthEvent 2021 που οργανώθηκε στο πλαίσιο της παραπάνω Διάσκεψης για να εκφράσει τις απόψεις των νέων. Σε όλες τα πάνελ τα οποία συμμετείχα δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση σε ζητήματα περιβάλλοντος και αλλαγής της κλιματικής πολιτικής, ψηφιακής δημοκρατίας και απασχόλησης των νέων. Αυτό που μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση είναι η σύγκλιση των απόψεων σε θέματα περιβαλλοντικών και μεταναστευτικής πολιτικών, δικαιωμάτων της LGBTQ+ κοινότητας καθώς και σε θέματα εξωτερικής πολιτικής. Στα παραπάνω ζητήματα, προφανώς, γινόταν αντιληπτές οι διαφορές ανάμεσα στις θέσεις που είχαν τα διάφορα κράτη μέλη, αλλά και οι κοινές απόψεις και τα συμπεράσματα της ευρωπαϊκής νεολαίας: την περαιτέρω εναρμόνιση των πολιτικών μέσω της ομοσπονδοποίησης.
Πρόκειται για το δυσκολότερο και ίσως το πιο αμφιλεγόμενο εμπόδιο στον ευρωπαϊκό χώρο. Αν δει κάποιος τα πορίσματα που εξέδωσαν οι νέοι στο European Youth Event γίνεται σαφές ότι ζητούν τη συνεισφορά της Ένωσης σε εθνικά-πολλές φορές ζητήματα. Η πολύχρονη οικονομική κρίση σε συνδυασμό με την πανδημία ενίσχυσαν τις κοινωνικές ανισότητες μεταξύ των κρατών-μελών. Η γεφύρωση αυτών των ανισοτήτων μπορεί να επέλθει μόνο μέσω ενός πιο ισχυρού πολιτικού συστήματος.
Δε μπορεί να συγκριθεί -και ούτε είναι ορθό- η νέα ομοσπονδοποίηση της Ένωσης με αυτή των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι βάσεις των δύο συστημάτων είναι απόλυτα ξεχωριστές. Ούτως ή άλλως, ένα suigeneris σύστημα όπως αυτό της Ένωσης, που δε διαθέτει ομοιότητες με άλλο σύστημα στον κόσμο θα χαράξει δική του πορεία. Επομένως το νέο σύστημα βάσει της Διάσκεψης- που μπορεί να δημιουργηθεί- θα διαθέτει διαφορετικά πολιτιστικά και γλωσσικά χαρακτηριστικά και περισσότερο ψηφιακού χαρακτήρα δημοκρατικούς θεσμούς.
Ο νέος ευρωπαϊκός διάλογος δημιουργεί νέες συνθήκες στην ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Ενώ στο παρελθόν η Ένωση δεχόταν κατηγορίες ότι ήταν ανεπαρκώς δημοκρατική, πλέον η αμεσότητα της επικοινωνίας και παρέμβασης των πολιτών αλλάζει τα δεδομένα. Η εποχή της ψηφιοποίησης δημιούργησε τα προαπαιτούμενα για να μπορέσει να διεξαχθεί ένας νέου είδους διάλογος. Το ενδιαφέρον όμως, δεν έγκειται στο γεγονός ότι, λόγου χάριν, οι πολίτες επιθυμούν τη μείωση της ανεργίας –όπου αυτό είναι και φυσιολογικό. Μάλλον το βλέπουμε, αντίθετα, στο ότι ζητούν θεσμικές μεταρρυθμίσεις στη διαδικασία λήψης αποφάσεων που θα θεμελιώσουν τις πραγματικές αλλαγές στην ευρωπαϊκή ενοποίηση.
Τα πολιτικά εμπόδια
Η διαδικασία του διαλόγου δεν αποτελεί απλή υπόθεση. Μπορεί οι πολίτες να συμφωνούν στα περισσότερα, δε σημαίνει όμως αυτό ότι το ίδιο γίνεται και σε επίπεδο κυβερνήσεων. Η Ένωση δεν έχει αποφύγει το χάσμα μεταξύ των κρατών-μελών. Για παράδειγμα, ενώ οι περιβαλλοντικές και κλιματικές πολιτικές βρίσκονται στην κορυφή της ατζέντας της Διάσκεψης, δεν είναι βέβαιο πώς θα γίνουν αποδεκτές από τον πρωθυπουργό της Πολωνίας, Ματέους Μοραβιέτσκι. Το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται και με τα δικαιώματα της LGBTQ+ κοινότητας και τον πρωθυπουργό Όρμπαν της Ουγγαρίας, αντίστοιχα.
Η Διάσκεψη ακολουθεί μια ενδιαφέρουσα και πολλά υποσχόμενη πορεία όσον αφορά το μέλλον της Ένωσης. Οι πολίτες πρόταξαν ζητήματα για τα οποία η Ευρώπη δεν διαθέτει καν αρμοδιότητα, όπως για παράδειγμα ζητήματα κοινωνικής δικαιοσύνης ή όπου διαθέτει συντρέχουσα μόνο αρμοδιότητα, όπως η κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας. Η επιδιωκόμενη αναδιοργάνωση των θεσμών προϋποθέτε ένα νέο θεσμικό πλαίσιο το οποίο ίσως απαιτήσει την αναθεώρηση της Συνθήκης και την αλλαγή της ευρωπαϊκής ατζέντας των κρατών-μελών, αλλά και τη στάση τους απέναντι στις ενωσιακές ρυθμίσεις.
Ακόμα, πολλά ζητήματα δεν εξαρτώνται μόνο από την ίδια την Ένωση. Η κλιματική αλλαγή, οι προσφυγικές ροές, η πορεία της πανδημίας επηρεάζονται και από εξωτερικούς παράγοντες. Στις σκέψεις των πολιτών βρίσκεται η ενίσχυση του ρόλου των Βρυξελλών σε θέματα κοινής εξωτερικής πολιτικής αυξάνοντας το διεθνή της ρόλο στην παγκόσμια πολιτική σκηνή. Επίσης δεν πρέπει να αγνοούμε ότι η Ένωση μπορεί να επέμβει μέχρι τα όρια που της επιτρέπουν οι συνθήκες. Επομένως η Διάσκεψη είναι μάλλον φυσικό να προτείνει μια νέα συνταγματική αναθεώρηση.
Κοντολογίς, ο διάλογος των πολιτών στο πλαίσιο της Διάσκεψης δημιουργεί νέα πολιτικά δεδομένα. Ακόμα και χωρίς να προκύψει εν τέλει ένα τελικό ενιαίο κείμενο, δεν αναιρείται το γεγονός η ευρωπαϊκή δημοκρατία, σχέση της με τους πολίτες και η συμμετοχή των πολιτών στα ευρωπαϊκά κοινά αναδιαμορφώνονται σε νέες βάσεις. Παραμένουν βέβαια πολλές άγνωστες παράμετροι, για παράδειγμα αν η Διάσκεψη αποτελέσει τελικά την αφετηρία ουσιαστικών αλλαγών, το χρηματοδοτικό πακέτο που θα πρέπει η Ένωση να εξασφαλίσει για να μπορέσει να υλοποιήσει τους στόχους και τα αποτελέσματα της Διάσκεψης.
Η πρόβλεψη για το Μέλλον της Ευρώπης σίγουρα δεν είναι εύκολη. Οι κρίσεις του παρελθόντος ενίσχυσαν το χάσμα μεταξύ ευρωπαϊκών θεσμών και πολιτών. Ωστόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένα συνεχώς εξελισσόμενο πολιτικό σύστημα. Ο ρόλος της Διάσκεψης, ως εκ τούτου, πρέπει είναι ακριβώς να ενισχύσει την νομιμοποίηση προς αυτό, διαμορφώνοντας μια νέα πολιτική ατζέντα πιο κοντινή στα ενδιαφέροντα και τις ανάγκες των πολιτών της Ευρώπης.