του Χρήστου Γραμμένου
Οι τρομοκρατικές επιθέσεις, στις 17 Αυγούστου, ισλαμιστών τζιχαντιστών στον πλέον πολυσύχναστο δρόμο της Καταλανικής πρωτεύουσας, της Ράμπλα, καθώς και στο τουριστικό θέρετρο Καμπρίλς ανέδειξαν εκ νέου τις εντάσεις μεταξύ του ισπανικού κράτους και της Καταλωνίας λίγες εβδομάδες πριν την διεξαγωγή του δημοψηφίσματος που μονομερώς προκήρυξε η κυβέρνηση της Καταλωνίας για την ανεξαρτητοποίηση της περιφέρειας αυτής. το άρθρο αυτό εξετάζει τις επιπτώσεις των επιθέσεων στις σχέσεις Μαδρίτης-Βαρκελώνης και στο πλαίσιο της προσπάθειας απόσχισης της Καταλωνίας από την Ισπανία.
Λίγες έχουν υπάρξει οι στιγμές που οι σχέσεις Μαδρίτης και Βαρκελώνης θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν ανέφελες παρά την εκτεταμένη αυτονομία που διαθέτει σήμερα η Καταλωνία στο πλαίσιο του ισπανικού κράτους. Με το καθεστώς διευρυμένης αυτονομίας που της έχει παραχωρήσει το ισπανικό σύνταγμα του 1978, η περιφέρεια της Καταλωνίας, έχει αρμοδιότητες για τομείς όπως η αστυνόμευση, η υγεία, η εκπαίδευση, μέρος της άμεσης φορολογίας, ο πολιτισμός, ο τουρισμός κ.α. Η πολιτική και πολιτιστική αυτονομία της Καταλωνίας εντάσσεται στο γενικότερο οικοδόμημα της μεταφρανκικής Ισπανίας ως ‘’κράτους των Αυτονομιών’’. Το σύνταγμα του 1978 διαμόρφωσε μια νέα θεσμική πραγματικότητα στη χώρα που συνδυάζει στοιχεία διακυβέρνησης των μοντέλων του ενιαίου κράτους, περιφερειακής αποκέντρωσης αλλά και ομοσπονδιακά χαρακτηριστικά, με 17 αυτόνομες περιφέρειες και 2 αυτόνομες πόλεις. Έτσι, κάτω από τη συνταγματική διακήρυξη για την ενότητα του ισπανικού έθνους συνυπάρχει η πρόνοια για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, του πολιτισμού, των παραδόσεων, των γλωσσών και τέλος των θεσμών των ‘’λαών’’ της Ισπανίας.
Μια από αυτές τις στιγμές ήταν η τήρηση ενός λεπτού σιγής την επομένη των επιθέσεων της 17ης Αυγούστου. Η εκδήλωση στη μνήμη των 16 θυμάτων των επιθέσεων στην Πλατεία της Καταλωνίας κατάφερε να συγκεντρώσει εν μέσω μεσογειακού θέρους τους μέχρι πρότινος άσπονδους ”εχθρούς” στη διένεξη με διακύβευμα το δημοψήφισμα της 1ης Οκτωβρίου για την ανεξαρτησία της Καταλωνίας. Σύμφωνα με την Καταλανική κυβέρνηση (Zενεραλιτάτ) το δημοψήφισμα αυτό θα έχει δεσμευτική ισχύ σε αντίθεση με την με παρόμοιο αντικείμενο «συμβουλευτική ψηφοφορία» του 2014, γεγονός που ανησυχεί ιδιαίτερα τη Μαδρίτη, η οποία και εναντιώνεται σφοδρά τόσο σε επίπεδο εκτελεστικής όσο και σε επίπεδο δικαστικής εξουσίας. Παρά την κήρυξη του δημοψηφίσματος ως αντισυνταγματικού απο το Συνταγματικό Δικαστήριο της Ισπανίας, οι εμπνευστές του δείχνουν ανυποχώρητοι. Όμως, μπροστά στη τζιχαντιστική βαναυσότητα, ο βασιλιάς Φίλιππος ο 6ος, ο πρωθυπουργός της Ισπανίας Μαριάνο Ραχόι και άλλα μέλη της κεντρικής κυβέρνησης κήρυξαν μια ιδιότυπη ανακωχή με τον πρόεδρο της Τζενεραλιτάτ Κάρλες Πουιτζεμόντ (Carles Puigdemont) και τη δήμαρχο της Βαρκελώνης Άντα Κολάου, υπέρμαχους και τους δύο της ανεξαρτησίας.
Ανακωχή ωστόσο και όχι ειρήνη, και μάλιστα ανακωχή πρόσκαιρη, αν όχι ευκαιριακή όπως φάνηκε μόλις η σιγή του πένθους έπαψε συμπαρασύροντας μαζί της και το επίπλαστο συναινετικό κλίμα που, τουλάχιστον επικοινωνιακά, επικρατούσε μέχρι εκείνη τη στιγμή. Άλλωστε, και παρά τις δηλώσεις περί του αντιθέτου, η ίδια η τρομοκρατική ενέργεια και η αντίδραση των μηχανισμών της περιφερειακής και της κεντρικής κυβέρνησης έτυχαν πολιτικής εκμετάλλευσης σε άμεση συσχέτιση με το δημοψήφισμα της 1ης Οκτωβρίου. Είναι ενδιαφέρον να αντιπαραβάλλουμε τις πρώτες δηλώσεις των επικεφαλής της κεντρικής και της περιφερειακής κυβέρνησης λίγες ώρες μετά το τρομοκρατικό χτύπημα. Σύμφωνα με τον Ισπανό πρωθυπουργό Μαριάνο Ραχόι πρέπει ”να αφήσουμε πίσω μας ό,τι μας χωρίζει μπροστά σε μεγαλύτερες προκλήσεις” με αναφορές στην ”οδύνη του ισπανικού λαού”. Στον αντίποδα, ο Κάρλες Πουιτζεμόντ δεν αναφέρθηκε καν στις δηλώσεις του στο ισπανικό κράτος, ενώ σκιαγράφησε μια εικόνα της Καταλωνίας ως μιας οντότητας ικανής να διαχειριστεί κρίσεις του μεγέθους μιας τρομοκρατικής επίθεσης όπως θα έκανε μια ανεξάρτητη χώρα. Αντίστοιχες ήταν και οι δηλώσεις του Υπουργού Εσωτερικών της Καταλωνίας, ο οποίος σε συνέντευξή του στην καταλανική δημόσια τηλεόραση διαφοροποίησε τα θύματα και τους τραυματίες καταλανικής καταγωγής από εκείνα με ισπανική-καστιλιάνικη ή άλλη καταγωγή. Η όλη εικόνα της Καταλωνίας ως μιας ανεξάρτητης χώρας που ενεργοποιεί έγκυρα και αποτελεσματικά τους μηχανισμούς της εμφανίζεται ανάγλυφα στο άρθρο με τίτλο «Επτά ώρες ανεξαρτησίας» του καταλανού δημοσιογράφου Μπερνάτ Ντεντέου που δημοσιεύθηκε στην διαδικτυακή εφημερίδα «Εl Nacional» της Βαρκελώνης την επόμενη των επιθέσεων.
Επτά κρίσιμες ώρες
Το χρονικό διάστημα των επτά ωρών από το πρώτο χτύπημα των τζιχαντιστών στη Ράμπλα αναδείχθηκε αναπάντεχα ως το πιο επίκαιρο επιχείρημα των Καταλανών υποστηρικτών της ανεξαρτησίας: χρειάστηκαν επτά ολόκληρες ώρες για να μεταβεί ο πρωθυπουργός Ραχόι στη Βαρκελώνη και να συμμετάσχει στις συνεδριάσεις του τοπικού συμβουλίου ασφαλείας της Ζενεραλιτάτ, αλλά και να συντονίσει τις ενέργειες των υπαγόμενων στη Μαδρίτη δυνάμεων ασφαλείας (εθνική αστυνομία, αντιτρομοκρατική, υπηρεσία πληροφοριών). Ταυτόχρονα, η καθυστέρηση στην ενεργοποίηση των αντανακλαστικών των τελευταίων ανέδειξε σε πρωταγωνιστικό ρόλο και εν πολλοίς ηρωοποίησε στα μάτια των ντόπιων την τοπική αστυνομική δύναμη, τους λεγόμενους «Μossos d’esquadra» που υπάγονται άμεσα στην τοπική κυβέρνηση. Οι Μossos κατάφεραν να εξουδετερώσουν 6 από τους τζιχαντιστές-δράστες και να συλλάβουν άλλους 4. Έτσι, οι επτά αυτές ώρες ανέτρεψαν το επιχείρημα πολιτικών όπως του Ραφαέλ Ερνάντεζ, εκπροσώπου τύπου του Λαϊκού Κόμματος, που είχε δηλώσει ότι χωρίς την Ισπανία η Καταλωνία δεν μπορεί να είναι ασφαλής. Για τους καταλανούς υπέρμαχους της ανεξαρτησίας αρκούσαν 7 ώρες ως «πρόβα ανεξαρτησίας» για να καταδείξουν ότι η τοπική εξουσία μπορεί να διαχειριστεί καλύτερα και ταχύτερα από την κεντρική εξουσία μια κρίση τέτοιου μεγέθους.
Η ευκαιριακή ενότητα ξεθώριασε σύντομα και στο επίπεδο της συνεργασίας μεταξύ των αστυνομικών δυνάμεων του κεντρικού κράτους και της τοπικής κυβέρνησης. Σε πρώτη φάση υπήρξαν έντονες διαφωνίες ανάμεσα στον Υπουργό Εσωτερικών της Ισπανίας και το τοπικό αστυνομικό σώμα της Καταλωνίας σχετικά με το κατά πόσο είχε ή όχι εξουδετερωθεί πλήρως ο τζιχαντιστικός θύλακας που διέπραξε την επίθεση. Στη συνέχεια, η διένεξη επεκτάθηκε στις κατηγορίες του Πουιτζεμόντ σε συνέντευξη στους Financial Times στις 25 Αυγούστου για συνεχή προσκόμματα (όπως την μη ένταξη στο δίκτυο της Europol) και την υποχρηματοδότηση των «Mossos d’esquadra» από τη Μαδρίτη. Η απάντηση της τελευταίας ήταν να αφήσει να διαρρεύσει ότι η καταλανική αστυνομία δεν αξιοποίησε συγκεκριμένα στοιχεία και προειδοποιήσεις που είχε λάβει από τη CIA και την ισπανική υπηρεσία πληροφοριών C.N.I., ότι δε συνέδεσε έγκαιρα την προγενέστερη έκρηξη σε διαμέρισμα στην πόλη Ρίπολ με το χτύπημα στη Ράμπλα και τέλος ότι ο δήμος της Βαρκελώνης αγνόησε υποδείξεις για τοποθέτηση σταθερών εμποδίων για οχήματα στις παρυφές του πλέον πολυσύχναστου πεζόδρομου της Βαρκελώνης.
No tinc por
Εννέα ημέρες μετά την επίθεση έλαβε χώρα στις κεντρικότερες λεωφόρους της Βαρκελώνης ένα ογκώδες συλλαλητήριο καταδίκης της τζιχαντιστικής ωμότητας και αλληλεγγύης-ευγνωμοσύνης σε όσους ενεπλάκησαν με κάθε τρόπο στην αντιμετώπιση της κρίσης το απόγευμα της 17ης Αυγούστου με τη συμμετοχή περίπου μισού εκατομμυρίου πολιτών. Πίσω από το σύνθημα «No tinc por» (Δε φοβόμαστε) συντάχθηκαν από αστυνομικούς και νοσηλευτές μέχρι οδηγούς ταξί και απλούς κατοίκους της Ράμπλα που φυγάδευσαν και καθησύχασαν στα σπίτια τους εκατοντάδες έντρομους ντόπιους και τουρίστες που βρέθηκαν τη λάθος στιγμή στο λάθος σημείο. Στο δεύτερο μπλόκ του συλλαλητηρίου βρισκόταν η πολιτική ηγεσία της Ισπανίας και της Καταλωνίας. Και σε τούτο ακριβώς το σημείο έγινε εμφανές ότι το πένθος και η οδύνη απέτυχαν να διατηρήσουν την έστω επίπλαστη ενότητα των πρώτων ημερών μετά την επίθεση. Παρά την αναμφίβολα υπερβατική κίνηση του βασιλιά Φιλίππου να μετάσχει στο συλλαλητήριο ακούστηκαν έντονες αποδοκιμασίες προς το πρόσωπό του καθώς και κατά του προέδρου και αντιπροέδρου της ισπανικής κυβέρνησης.
Οι 500,000 διαδηλωτές εκπροσωπούσαν όλη την κοινωνική και εθνοτική ποικιλία της βαρκελωνέζικης-καταλανικής κοινωνίας. Μαζί με τους περίπου 250 φορείς που έλαβαν μέρος, διαδήλωσαν ανδαλουσιανοί εργάτες με σημαίες της Ανδαλουσίας, η πακιστανική κοινότητα της πόλης, το αναρχικό μπλοκ και συλλογικότητες της αριστεράς με αντιπολεμικά συνθήματα κατά της εξαγωγής ισπανικού εξοπλισμού στη Σαουδική Αραβία και των σχέσεων του οίκου των Βουρβόνων με τους Σαούντ. Από την άλλη, συμμετείχαν μέλη των τοπικών οργανώσεων του Λαϊκού Κόμματος με ισπανικές σημαίες, μέλη του τοπικού σοσιαλιστικού κόμματος αλλά και θερμοί υποστηρικτές της ανεξαρτησίας. Η συνάντηση των τελευταίων με το μπλοκ του Λαϊκού Κόμματος προκάλεσε μάλιστα έντονους διαξιφισμούς. Ακριβώς τούτο το ετερόκλητο πλήθος, μια μικρογραφία ττης καταλανικής κοινωνίας, θα κληθεί να αποφασίσει την 1η Οκτωβρίου στο ερώτημα για στην ανεξαρτητοποίηση του τόπου τους. Πρόσφατες δημοσκοπήσεις έδειξαν ότι η παράταξη του ΝΑΙ στην ανεξαρτησία ”Junts pel Si” καταλαμβάνει ποσοστό της τάξης του 41%, ενώ το ΟΧΙ προηγείται με 49%. Η παράταξη του ΝΑΙ είναι ετερόκλητη, με κινητήρια μηχανή τον κυβερνητικό συνασπισμό της Καταλωνίας, τη σύμπραξη δηλαδή του κεντρώου-σοσιαλφιλελεύθερου Convergència Democràtica de Catalunya (CDC) και του αριστερού-ακροαριστερού Esquerra Republicana de Catalunya (ERC). Διακριτική υποστήριξη παρέχει και η δήμαρχος της Βαρκελώνης, η οποία, αυτονομημένη πλέον από τους Podemos, στηρίζει μια Καταλανική Δημοκρατία εντός μιας Ισπανικής Συνομοσπονδίας, χωρίς όμως έμπρακτα να έχει εναντιωθεί ή να έχει προβάλει εμπόδια στο προγραμματισμένο δημοψήφισμα. Άλλωστε, η χαμηλή συμμετοχή της τάξεως του 36% στο άτυπο/συμβουλευτικό δημοψήφισμα του 2014 παραμένει ακόμα ένας εν δυνάμει σκόπελος για τη παράταξη του ΝΑΙ.
Επιστροφή στην κανονικότητα
Σε νέα του συνέντευξη στις 27 Αυγούστου στην El Nacional, ο πρόεδρος της Τζενεραλιτάτ τονίζει ότι «η άσκηση της ελευθερίας (εν προκειμένω η διεξαγωγή του δημοψηφίσματος) είναι πάντα μια νίκη», κηρύσσοντας έτσι την επανέναρξη της εκστρατείας για το δημοψήφισμα και την επιστροφή της πολιτικής και όχι μόνο ζωής σε μια κανονικότητα. Αν και ο Πουιτζεμόντ αποδοκίμασε την καπήλευση της επίθεσης για πολιτικά οφέλη, χαρακτηρίζοντας κάτι τέτοιο «ανέντιμο», δεν παρέλειψε να αναφέρει ότι πλέον τα κράτη του 21ου αιώνα δεν χαρακτηρίζονται μόνο από σημαίες και διαβατήρια, αλλά και από μια αποτελεσματική αστυνομική δύναμη, κάνοντας έμμεση αναφορά στο ρόλο των Μossos. Την 6η Σεπτεμβρίου υπερψηφίστηκε από την πλειοψηφία του καταλανικού Κοινοβουλίου ο νόμος που θα επιτρέψει εντός 48 ωρών, σε περίπτωση που επικρατήσει το ΝΑΙ, τη μετάβαση της Καταλωνίας από αυτόνομη περιφέρεια του Βασιλείου της Ισπανίας σε ανεξάρτητη δημοκρατία. Το περιεχόμενό του θα λειτουργήσει ως εν δυνάμει πρόπλασμα του καταλανικού Συντάγματος: οι κυριότερες διατάξεις του προβλέπουν τη ίδρυση αβασίλευτης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, τη διατήρηση διπλής ιθαγένειας (ισπανική-καταλανική) για την περίοδο της λεγόμενης «μετάβασης» (transicion)αλλά και μετέπειτα για όσους πολίτες της Καταλωνίας το επιθυμούν, την απορρόφηση των υπαλλήλων των ισπανικών δημοσίων υπηρεσιών στις νέες καταλανικές δημόσιες υπηρεσίες, τη δημιουργία τριμερών επιτροπών διαπραγμάτευσης αποτελούμενες από την Ισπανία, την Καταλωνία και την Ευρωπαϊκή Ένωση για θέματα που δεν θα μπορέσουν να επιλυθούν μετά την εκπνοή του χρονικού διαστήματος της «μετάβασης». Η αντίδραση της Μαδρίτης μπορεί να φτάσει από την αναστολή του καθεστώτος αυτονομίας της περιοχής μέχρι και τη σύλληψη του Πουιτζεμόντ για παραβίαση του συντάγματος ή ακόμα και «δυναμική επέμβαση» όπως προέβλεπε σχέδιο του ισπανικού Υπουργείου Εσωτερικών που ήρθε πρόσφατα στο φως της δημοσιότητας.
Πορεία προς τη σύγκρουση;
Πλέον, απομένει λιγότερο από ένας μήνας για την 1η Οκτωβρίου. Μέσα στο διάστημα αυτό θα αποδειχθεί εάν η Μαδρίτη προτίθεται όντως να εξαντλήσει κάθε μέσο που διαθέτει στη φαρέτρα της για να αποτρέψει την απόσχιση της περιφέρειας της Καταλωνίας ύστερα απο ένα δυνητικό ΝΑΙ. Ανάμεσα όμως στο όραμα των οπαδών της ανεξαρτησίας για την οικοδόμηση μιας «Δανίας του Νότου», όπως δήλωσε ο πρώην πρόεδρος της Ζενεραλιτάτ Αρτούρ Μας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και στην επιθυμία της Μαδρίτης για διατήρηση του status quo, όπως προτείνει το Λαϊκό Κόμμα, ή ομοσπονδιοποίησης της χώρας, κατά τη θεώρηση του Σοσιαλιστικού Κόμματος, παρεμβάλλονται σημαντικοί και αστάθμητοι συχνά παράγοντες. Η οικονομική κρίση που έπληξε την Ισπανία το 2008 και αποτέλεσε έναν απο τους κυριότερους παράγοντες αναζωπύρωσης του αιτήματος για ανεξαρτησία δείχνει να καταλαγιάζει, ενώ η οικονομία της Καταλωνίας φαίνεται να καλπάζει με 3,3% ανάπτυξη για το 2017. Άλλοι παράγοντες, από το πρόσφατο φαινόμενο της ”τουριστοφοβίας” στη Βαρκελώνη των 17 εκατομμυρίων επισκεπτών ανά έτος, και τις διαφορές ανάμεσα στην καταλανική ύπαιθρο και την πιο «ισπανική» και σίγουρα πιο ισπανόφωνη Βαρκελώνη αλλά και αποδυνάμωση του ισπανικού μοντέλου αφομοίωσης των μουσουλμάνων μεταναστών 1ης, 2ης και 3ης γενιάς γεμίζουν με νέους προβληματισμούς τον καταλανό ψηφοφόρο μπροστά στην κάλπη την 1η Οκτωβρίου. Ίσως μια βόλτα στον σύμφωνα με τον Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα ”πιο χαρούμενο δρόμο στον κόσμο…” τη Ράμπλα, σίγουρα πριν τη βοή του μαζικού τουρισμού, θα μπορέσει να του υποδείξει και το δρόμο προς την Καταλωνία του αύριο.