Ένα από τα σημαντικότερα επιτεύγματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αδιαμφισβήτητα, μπορεί να θεωρηθεί η κοινή αγορά ενέργειας, η οποία ξεκίνησε δειλά δειλά τη δεκαετία του 1990, και πήρε σάρκα και οστά με τις οδηγίες 90/377/ΕΟΚ, 90/547/ΕΟΚ, 96/92/ΕΚ, 2003/54/ΕΚ 2009/72/ΕΚ, 2009/73/ΕΚ, 2019/941/ΕΕ, 2019/944/ΕΕ κ.α. Η βασική ιδέα για ενιαία εσωτερική αγορά ενέργειας είναι ο πλήρης και συνεχής εφοδιασμός της ένωσης, είτε πρόκειται για ηλεκτρική ενέργεια, είτε για φυσικό αέριο, με τις μικρότερες δυνατές απώλειες και με φιλικότητα προς το περιβάλλον.
- Οδηγία 90/377/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 29ης Ιουνίου 1990 σχετικά με μια κοινοτική διαδικασία για τη διαφάνεια των τιμών αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας για τον τελικό βιομηχανικό καταναλωτή
- Οδηγία 90/547/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 29ης Οκτωβρίου 1990 για τη διαμετακόμιση ηλεκτρικής ενέργειας μέσω των μεγάλων δικτύων (δηλαδή σχετικά με τις διασυνδέσεις και την ασφάλεια εφοδιασμού, καθώς και για την ανάγκη δημιουργίας μιας ενιαίας εσωτερικής αγοράς ενέργειας)
- Οδηγία 96/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Δεκεμβρίου 1996 σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειαςσχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ενέργειας.
- Οδηγία 2003/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2003, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και την κατάργηση της οδηγίας 96/92/ΕΚ – Δηλώσεις σχετικά με τις δραστηριότητες παροπλισμού και διαχείρισης των αποβλήτων (κυρίως σχετικά με το ρόλο και τις αρμοδιότητες των ρυθμιστικών αρχών, τους επιλέξιμους πελάτες και την πρόσβαση τρίτων στα δίκτυα διανομής και μεταφοράς)
- Οδηγία 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009 , σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενεργείας και για την κατάργηση της οδηγίας 2003/54/ΕΚ (δηλαδή για τη διαμόρφωση μίας πλήρους ανταγωνιστικής και ελεύθερης αγοράς ενέργειας και βελτίωση των κενών της προηγούμενης οδηγίας.
- Κανονισμός (EE) 2019/941 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουνίου 2019, σχετικά με την ετοιμότητα αντιμετώπισης κινδύνων στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας και με την κατάργηση της οδηγίας 2005/89/ΕΚ και Οδηγία (ΕΕ) 2019/944 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουνίου 2019, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και την τροποποίηση της οδηγίας 2012/27/ΕΕ
Ο κύριος στόχος της Ένωσης, σχετικά με τη διαμόρφωση μίας ενιαίας αγοράς ενέργειας, ήταν η επίτευξη συνεχούς παροχής οικονομικά προσιτής ενέργειας στους καταναλωτές. Γι’ αυτό κιόλας οι πρώτες οδηγίες, αφορούσαν κυρίως την κατάργηση των υφιστάμενων κρατικών μονοπωλίων, μέσω κανόνων που θα επέτρεπαν τη δημιουργία ανταγωνιστικών επιχειρήσεων προς όφελος του καταναλωτή. Γρήγορα προστέθηκε στους στόχους η ανάγκη για όσο το δυνατόν πιο πράσινη ενέργεια. Μάλιστα ο στόχος μέχρι το 2020 ήταν το 25% της τελικής παραγόμενης ενέργειας να προέρχεται από ΑΠΕ, ενώ μέχρι το 2030 το ποσοστό αυτό να είναι στο 50%.
Στο πλαίσιο αυτό, και ως μέλος της Ε.Ε., η Ελλάδα καλείται να ενσωματώσει τις παραπάνω οδηγίες στο εθνικό δίκαιο και εργάζεται προς αυτήν την κατεύθυνση. Στην περίπτωση της Ελλάδας, η εναρμόνιση και η σύνδεση με την ενιαία εσωτερική αγορά ενέργειας, είναι πιο περίπλοκη λόγω της κατάστασης που επικρατεί στην Ελλάδα, σε ό,τι αφορά τη διασύνδεση του δικτύου μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας της ηπειρωτικής χώρας με τη νησιωτική.
Μέχρι και σήμερα, δεν είναι διασυνδεδεμένα με το δίκτυο μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας όλα τα νησιά. Πιο σημαντική, είναι η περίπτωση της Κρήτης. Η Κρήτη ενώ έχει μεγάλες ανάγκες σε ηλεκτρική ενέργεια, δεν είναι διασυνδεδεμένη με την ηπειρωτική χώρα. Η εκεί ζήτηση καλύπτεται από μονάδες ηλεκτροπαραγωγής που υπάρχουν στο νησί, και σε κύριο βαθμό αποτελούν παλιές ρυπογόνες μονάδες με ορυκτά καύσιμα (πετρέλαιο και μαζούτ), οι οποίες στην εποχή μας είναι απαγορευμένες, και λόγω κόστους παραγωγής αλλά και λόγω ρύπων. Επίσης, αρκετές φορές η τοπική παραγωγή δεν μπορεί να καλύψει τη ζήτηση, ειδικά κατά τους καλοκαιρινούς μήνες (εξαιτίας του τουρισμού).
Η μη διασύνδεση του δικτύου μεταφοράς, δημιουργεί σοβαρά εμπόδια στην επένδυση παραγωγών σε ΑΠΕ, καθώς πρόσφορο έδαφος για τέτοιου είδους επενδύσεις είναι τα νησιά, καθώς είναι ευνοϊκά λόγω της θέσης τους και για αιολικά πάρκα και για φωτοβολταϊκά. Η μη διασύνδεση τους όμως, δεν καθιστά ικανή την ανάπτυξη μεγάλης επένδυσης σε ΑΠΕ, καθώς η παραγόμενη ενέργεια, θα πρέπει να καλύπτει τις ανάγκες του νησιού, καθώς δε θα μπορεί να μεταφερθεί στην υπόλοιπη χώρα.
Ως εκ τούτου, η Ελλάδα, δεν έχει μόνο να καλύψει το νομοθετικό κενό, σχετικά με την ενοποίηση της εγχώριας αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας με την αντίστοιχη ευρωπαϊκή, αλλά έχει να καλύψει και το τεχνικό κενό (την πλήρη διασύνδεση του δικτύου, τη χορήγηση αδειών σε παραγωγούς η οποία πολλές φορές σταμάτησε λόγω αδυναμίας του ΑΔΜΗΕ και του δικτύου). Προς αυτήν την κατεύθυνση έχει υλοποιήσει ή είναι κοντά στο να υλοποιήσει τα ακόλουθα, προκειμένου να εναρμονιστεί πλήρως με το target-model και να επιτύχει τους στόχους που έχουν θεσπιστεί από την Ε.Ε.
Τέλη Νοεμβρίου του 2020 ολοκληρώθηκε η υλικό-τεχνική υποδομή για τη μία από τις δύο διασυνδέσεις της Κρήτης με την ηπειρωτική χώρα. Πιο συγκεκριμένα, ολοκληρώθηκε η διασύνδεση Κρήτης- Πελοποννήσου, με σκοπό αρχές του 2021, να ξεκινήσει και για πρώτη φορά η τροφοδότηση της Κρήτης από την ηπειρωτική χώρα. Το λεγόμενο «μικρό καλώδιο» δημοκρατήθηκε το 2018, και παραδόθηκε με μία μικρή καθυστέρηση, λόγω και της πανδημίας του κορωνοϊού. Ενώ, η δεύτερη και πιο σημαντική διασύνδεση, το λεγόμενο project ΑΡΙΑΔΝΗ, αφορά τη διασύνδεση της Κρήτης με την Αττική, με στόχο ολοκλήρωσης το 2023. Τα οφέλη των δύο διασυνδέσεων, είναι η ετήσια εξοικονόμηση από τους καταναλωτές περίπου 400 εκ. ευρώ, τα οποία εισπράττονται από τους λογαριασμούς ως Υ.Κ.Ω. και η μείωση των ρύπων της Κρήτης κατά 60%. Με την ολοκλήρωση των διασυνδέσεων, θα σταματήσουν την παραγωγή οι ρυπογόνες μονάδες πετρελαίου και μαζούτ. Τέλος, οι εκεί μονάδες παραγωγής από ΑΠΕ, οι οποίες συνεισφέρουν περίπου στο 25% της ζήτησης της Κρήτης, θα μπορούν να προσφέρουν το πλεόνασμά τους και στην υπόλοιπη χώρα, και μάλιστα να δημιουργήσουν επενδυτική ευκαιρία για νέες μονάδες ΑΠΕ.
Πριν λίγες εβδομάδες, την 01/11/2020, τέθηκε σε πλήρη λειτουργία το Ελληνικό χρηματιστήριο Ενέργειας, προκειμένου να εναρμονίσει την εγχώρια αγορά με την ευρωπαϊκή και με το target model ή αλλιώς Μοντέλου Στόχου, δηλαδή τη σταδιακή ενοποίηση όλων των αγορών των κρατών σε μία ενιαία αγορά, με κοινή τιμή.
Ολοκληρώθηκε η σύζευξη της προ ημερήσιας αγοράς (η χονδρεμπορική αγορά και πώληση της ενέργειας που θα παραχθεί την επόμενη ημέρα) της Ελλάδας με την Ιταλία, στις 15 Δεκεμβρίου, και έπεται στο πρώτο τρίμηνο του 2021, η σύζευξη των προ ημερησίων αγορών της Ελλάδας με τη Βουλγαρία. Αυτό σημαίνει, ότι οι εντολές αγοράς και πώλησης ενέργειας είναι σε κοινά βιβλία εντολών (δηλαδή υπάρχει κοινή διαπραγμάτευση των δύο χωρών σχετικά με την ενέργεια), με ανταλλαγή ενέργειας από τις φθηνότερες προς τις ακριβότερες αγορές, και όσο επιτρέπεται από τις διασυνδέσεις. Ήδη, η Ελλάδα είναι διασυνδεδεμένη με τις γειτονικές χώρες, και μάλιστα μελετάται η σύνδεση με την Ιταλία να αυξηθεί από τη δυναμικότητα των 500 MW. Τέλος, στόχος εντός του 2021 είναι η σύζευξη και των ενδοημερήσιων αγορών Ελλάδας Ιταλίας. Πρακτικά αυτό διασφαλίζει τον επαρκή ενεργειακό εφοδιασμό των χωρών της Ένωσης, καλύπτει κενά στη ζήτηση που δημιουργούνται εντός της ημέρας, και εξασφαλίζει ότι μέσω των διασυνδέσεων, ότι η πλεονάζουσα παραγωγή δύναται να μεταφέρεται σε αγορές μέσω της Αγοράς Εξισορρόπησης.
Σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα, προσπαθεί να ολοκληρώσει μέσω του ΑΔΜΗΕ, την πλήρη ενοποίηση του δικτύου προκειμένου να μπορέσει να αξιοποιήσει τις μονάδες ΑΠΕ, που υπάρχουν σε πολλά νησιά, να μειώσει το κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και να κάνει όλα τα βήματα για να επιτύχει την ενοποίηση με την ενιαία ευρωπαϊκή αγορά. Η δεκαετία που θα ακολουθήσει θα είναι καθοριστική για την ενέργεια, λόγω της αύξησης ζήτησης για ενέργεια, κυρίως από την ηλεκτροκίνηση και τη διείσδυσή της στη χώρα μας, από τις τομές στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας καθώς οι μονάδες παραγωγής ορυκτών καυσίμων (κυρίως λιγνίτης, αλλά και πετρέλαιο)θα σταματήσουν τη λειτουργία τους και θα πρέπει να αντικατασταθούν από άλλες, ενώ προμηνύονται μεγάλες επενδύσεις στον κλάδο των ΑΠΕ.
Ενδεικτική βιβλιογραφία
https://www.admie.gr/agora/genika/perigrafi
https://www.europarl.europa.eu/factsheets/el/sheet/45/marche-interieur-de-l-energie