Tου Γιώργου Ζαχαριά
Οι σχέσεις μεταξύ Ιαπωνίας και Βόρειας Κορέας περιλαμβάνουν στοιχεία μίσους και δυσπιστίας ήδη από το 1905, όταν, μετά τη λήξη του Ρωσοιαπωνικού πολέμου το ίδιο έτος, η Κορεάτικη χερσόνησος τέθηκε υπό την defactoεπικυριαρχία της Ιαπωνικής Αυτοκρατορίας, στην οποία προσαρτήθηκε επίσημα το 1910. Τα γεγονότα εκείνης της περιόδου σε συνδυασμό με όσα έχουν επακολουθήσει μέχρι σήμερα, έχουν τη σημασία τους για την κατανόηση των περίπλοκων αυτών διμερών σχέσεων. Στόχος του άρθρου είναι η συνοπτική απεικόνιση των σχέσεων των δύο χωρών και η παρουσίαση της πολιτικής και των μέσων της ιαπωνικής κυβέρνησης με αφορμή τις πρόσφατες κρίσεις με τη γειτονική τους χώρα.
Ιστορική αναδρομή
Το 1910, όπως προαναφέρθηκε, αποτελεί σταθμό στις σχέσεις των δύο πλευρών. Με τη Συμφωνία Ιαπωνίας – Κορέας, η Kορεατική χερσόνησος προσαρτάται επισήμως στην αυτοκρατορική Ιαπωνία. Η Ιαπωνική παρουσία θα τερματιστεί το 1945 με το πέρας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και την άνευ όρων παράδοση της Ιαπωνίας. Η περίοδος της ιαπωνικής κυριαρχίας χαρακτηρίζεται από τη σκληρή μεταχείριση των Κορεατών, ιδίως στον Βορρά, οι οποίοι χρησιμοποιούνταν στην εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πηγών της Κορέας (κυρίως σε εργασία σε μεταλλεία). Επίσης πολλοί μετεγκαταστάθηκαν ακούσια στα ιαπωνικά νησιά σε καταναγκαστικές εργασίες λόγω έλλειψης εργατικών χεριών, καθώς μεγάλος αριθμός Ιαπώνων μετείχε στην πολεμική επέκταση της χώρας κατά την περίοδο 1920-1940. Παράλληλα υπάρχουν προσπάθειες αφομοίωσης του κορεατικού πληθυσμού, με την αναγκαστική αλλαγή των ονομάτων τους από κορεάτικα σε ιαπωνικά και απαγόρευση επιστροφής στην πατρίδα και στις οικογένειές τους όσων είχαν εκτοπισθεί στην Ιαπωνία. Ένα άλλο φορτισμένο συναισθηματικά ζήτημα που αποτελεί μέχρι σήμερα σημείο έντονης διπλωματικής και πολιτικής τριβής μεταξύ Ιαπωνίας – Κορέας (τόσο με τη Νότια όσο και με τη Βόρεια), είναι αυτό των «Γυναικών Ανακούφισης» (ComfortWomen), δηλαδή την αναγκαστική συγκέντρωση και εκπόρνευση Κορεατισσών γυναικών σε ιαπωνικά στρατόπεδα για σεξουαλική εκμετάλλευση από τους Ιάπωνες στρατιώτες, με το ζήτημα να επανέρχεται πρόσφατα στο προσκήνιο.
Ο επόμενος σημαντικός σταθμός στις διμερείς σχέσεις των δύο χωρών – βασικός για να κατανοήσουμε τις σημερινές τους σχέσεις – είναι η δεκαετία 1970-1980. Μετά τη διχοτόμηση της Κορέας, η Βόρεια Κορέα εγείρει οικονομικές αξιώσεις κατά της Ιαπωνίας ζητώντας αποζημιώσεις για τις ιστορικές αδικίες της περιόδου κατοχής. Την ίδια περίοδο ωστόσο, η Βόρεια Κορέα πραγματοποιεί μυστικές απαγωγές Ιαπώνων πολιτών ως μέσο πίεσης σε διπλωματικό επίπεδο, γεγονός που φέρνει τις σχέσεις των δύο χωρών τη δεκαετία του 1980 σε ιστορικά χαμηλά, και η Ιαπωνία επιβάλλει κυρώσεις και εμπάργκο κατά της Βορείου Κορέας.
Το 1993 η Βόρεια Κορέα πραγματοποιεί την πρώτη εκτόξευση βαλλιστικού πυραύλου μεσαίου βεληνεκούς προς την Ιαπωνική Θάλασσα, ενώ το 2003 αναγνωρίζει την ύπαρξη μυστικού πυρηνικού προγράμματος. Η παραδοχή αυτή και οι διεθνείς πιέσεις οδηγούν εν τέλει τη Βόρεια Κορέα στην αποχώρηση από τη Συνθήκη Μη Διάδοσης των Πυρηνικών Όπλων (Non-ProliferationTreaty). Στο πιο πρόσφατο παρελθόν, το 2017 μόνο έχουμε 4 εκτοξεύσεις βαλλιστικών πυραύλων προς την κατεύθυνση της Ιαπωνίας την περίοδο Φεβρουάριου – Μαρτίου 2017, ενώ το Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς η Βόρεια Κορέα πραγματοποίησε δοκιμές πυραύλων διηπειρωτικού βεληνεκούς (ICBM), προκαλώντας ανησυχία και αβεβαιότητα τόσο σε παγκόσμιο επίπεδο όσο και ιδίως στην κοντινή Ιαπωνία.
Η πολιτική ασφαλείας και η εξωτερική πολιτική της Ιαπωνίας
Η επίσημη πολιτική της Ιαπωνίας επιδιώκει την ειρηνική επίλυση των διαφορών με τη Βόρεια Κορέα μέσω της διπλωματικής οδού, ζητώντας τον σεβασμό των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, και μέσω των κυρώσεων που έχουν επιβληθεί από την παγκόσμια κοινότητα. Σε πρακτικό επίπεδο, η Ιαπωνία έχει ενισχύσει τη συνεργασία της με τις Η.Π.Α και τη Νότια Κορέα, τόσο σε διπλωματικό επίπεδο αποσκοπώντας σε πιο αποτελεσματική πίεση στη Βόρεια Κορέα μέσω της Κίνας, όσο και στο στρατιωτικό σκέλος με κοινές ασκήσεις με τις προαναφερθείσες χώρες, στο πλαίσιο επαγρύπνησης και δημιουργίας κλίματος ασφαλείας και εμπιστοσύνης στην ιαπωνική κοινωνία.
Αξίζει όμως να εξετασθεί εκτενέστερα το θέμα της άμυνας και ασφάλειας της Ιαπωνίας, η οποία αποτελεί μια suigenerisπερίπτωση. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η χώρα αποστρατιωτικοποιήθηκε. Το άρθρο 9 του ιαπωνικού συντάγματος διατυπώνει ρητά στην παράγραφο 1 ότι η χώρα αποκηρύσσει εις το διηνεκές τον πόλεμο και τις πρακτικές του, ενώ στην παράγραφο 2 ότι απαγορεύεται να διατηρεί χερσαίες, αεροπορικές και ναυτικές μονάδες, όπως και πολεμικό εξοπλισμό. Η ιδιαιτερότητα της ιαπωνικής περίπτωσης έγκειται στο γεγονός ότι παρα ταύτα διατηρεί τόσο στρατιωτικές μονάδες με έναν σεβαστό αμυντικό προϋπολογισμό, όσο επίσης στο ότι κατέχει υψηλό τεχνολογικά πολεμικό εξοπλισμό. Αν και τυπικά η παρουσία των παραπάνω απαγορεύεται συνταγματικά, ο χαρακτηρισμός τους ως πολιτοφυλακών ή μονάδων αυτοάμυνας (ή SelfDefenceForcesπου σε περίπτωση εισβολής θα αναχαιτίσουν προσωρινά τον εχθρό) και όχι ως στρατιωτικών δυνάμεων, θεωρείται ότι νομιμοποιεί την ύπαρξή τους. Μάλιστα, το Δεκέμβριο του 2017 αυξήθηκε ο αμυντικός προϋπολογισμός της χώρας κατά 45,8 δις δολλάρια, προς ανάπτυξη αντιπυραυλικής προστασίας και τεχνολογίας και αναβάθμιση των μαχητικών της χώρας.
Η παραδοξότητα αυτή και ο τρόπος νομιμοποίησης αυτών των στρατιωτικών μονάδων γεννά εύλογες απορίες αλλά και ενστάσεις για ευθεία παραβίαση του ιαπωνικού συντάγματος. Η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Σίνζο Άμπε, εμφανώς ενισχυμένη από τα αποτελέσματα των τελευταίων εκλογών του Οκτωβρίου 2017, επιδιώκει να διορθώσει αυτήν την παραδοξότητα με την αναθεώρηση-τροποποίηση του ιαπωνικού συντάγματος και ιδιαίτερα του άρθρου 9 παράγραφος 2, που αναφέρεται στη απαγόρευση στρατιωτικών μονάδων και στη φιλειρηνικότητα της ιαπωνικής κοινωνίας και νοοτροπίας. Οι δύο επιλογές που έχουν προταθεί από την κυβέρνηση είναι είτε η πλήρης κατάργηση της παραγράφου 2, είτε η προσθήκη μιας νέας παραγράφου που θα νομιμοποιεί την ύπαρξη του υπάρχοντος στρατιωτικού μηχανισμού.
Συμπεράσματα και ερμηνείες
Ο πολεμικός μηχανισμός της Ιαπωνίας και οι δυνατότητές του δε θα ήταν φρόνιμο να αγνοηθεί. Οι επιπλοκές που προκαλεί εντοπίζονται τόσο στο εσωτερικό με κοινωνικές αναταραχές λόγω φόβου κατάργησης του φιλειρηνικού χαρακτήρα του συντάγματος, μιας αξίας βαθιά ριζωμένης στην ιαπωνική κοινωνία, όσο και στο εξωτερικό με αντιδράσεις κυρίως από την Κίνα και άλλες χώρες της περιοχής, όπου τα σημάδια των ιαπωνικών κατακτήσεων της μιλιταριστικής ιαπωνικής αυτοκρατορίας του 20ου αιώνα έχουν μείνει ανεξίτηλα.
Πέραν των αλλαγών στο στρατιωτικό σκέλος, η πολιτική της Ιαπωνίας έναντι της Βόρειας Κορέας διατηρεί την πίεση σε διπλωματικό επίπεδο με τα δύο βασικά αιτήματα: τον τερματισμό του πυρηνικού προγράμματος της Βόρειας Κορέας και την επιστροφή των απαχθέντων Ιαπώνων πολιτών, ένα ζήτημα που δεν έχει επιλυθεί ακόμη από τη δεκαετία του 1970. Από την άλλη πλευρά, η Βόρεια Κορέα επίσημα ζητά εξομάλυνση των σχέσεων με την Ιαπωνία και την σύναψη διπλωματικών σχέσεων, οι οποίες ακόμη απουσιάζουν, ενώ υπάρχουν ανεπίσημοι διπλωματικοί δίαυλοι μεταξύ των δύο χωρών, κυρίως με την ελπίδα επίλυσης των παραπάνω διαφορών. Από την πλευρά της, η Βόρεια Κορέα θέτει ως όρο για την εξομάλυνση των σχέσεων την παροχή αποζημιώσεωναπό την Ιαπωνία για τις καταστροφές κατά την περίοδο της κατοχής της Κορεατικής χερσονήσου και τον τερματισμό των κυρώσεων.
Αν και βήματα προόδου έχουν επιτευχθεί, με πιο αξιοσημείωτο την παραδοχή από τη Βόρεια Κορέα ότι είχε προβεί σε απαγωγές Ιαπώνων πολιτών και την επιστροφή κάποιων από αυτούς, η εξομάλυνση των σχέσεων φαντάζει ανέφικτη τη δεδομένη στιγμή. Η κρίση των βαλλιστικών πυραύλων και η ανάπτυξη πυρηνικού προγράμματος αξιοποιείται πολιτικά από τον κυβερνητικό συνασπισμό ως μέσο πίεσης για την τροποποίηση του συντάγματος και τη νομιμοποίηση του στρατιωτικού μηχανισμού αλλά και ως χειρισμού της ανασφάλειας της κοινής γνώμης προς όφελος της βελτίωσης της εικόνας του κυβερνώντος κόμματος, το οποίο φαίνεται ότι μπορεί να χειριστεί λεπτά και σοφά την υφιστάμενη κατάσταση. Επιπλέον, μια πιθανή αναθεώρηση του συντάγματος είναι εξαιρετικά δύσκολο να επιτευχθεί λόγω του διχασμού της ιαπωνικής κοινωνίας (φόβοι για στρατιωτικοποίηση, νωπές μνήμες της καταστροφής του Β Π.Π.) όσο και λόγω των νομικών εμποδίων που πρέπει να ξεπεραστούν (πλειοψηφία 2/3 από την Κάτω και την Άνω Βουλή και κατόπιν και διεξαγωγή δημοψηφίσματος). Βήματα προόδου σίγουρα μπορούν να γίνουν μόνο μέσω της διπλωματικής οδού και την ικανοποίηση των εκατέρωθεν απαιτήσεων.
Για περαιτέρω μελέτη
https://www.express.co.uk/news/world/792890/North-Korea-Japan-timeline-history-relationship-Kim-Jong-Un
https://www.japantimes.co.jp/news/2018/02/10/national/politics-diplomacy/abe-takes-nuclear-issue-abductions-chat-north-koreas-ceremonial-leader/#.WownjqjFK9I
https://thediplomat.com/2018/01/japan-unimpressed-by-inter-korean-talks/
https://www.japantimes.co.jp/tag/north-korea-japan-relations/page/3/