Του Γιώργου Μαυροδημητράκη
Μετά από εννέα χρόνια συνεχών αναβολών διεξήχθησαν στις 6 Μαΐου εκλογές στο Λίβανο οι οποίες χαρακτηρίστηκαν τόσο από μεγάλη αποχή των ψηφοφόρων όσο και από την διατήρηση των παραδοσιακών κομμάτων στις θέσεις ισχύος. Το αποτέλεσμα των εκλογών δεν άλλαξε τη χώρα, αλλά η δυσφορία κατά της καθεστηκυίας πολιτικής ελίτ και για τα πολλαπλά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα ήταν και παραμένει διάχυτη. Πώς όμως οι συγκεκριμένες εκλογές συνέβαλαν στην περαιτέρω αποσταθεροποίηση του ήδη ασταθούς Λιβάνου;
Ένα ιδιαίτερο πολιτικό σύστημα
Ο Λίβανος έχει υιοθετήσει ένα ιδιαίτερο πολιτικό σύστημα το οποίο είναι δομημένο έτσι ώστε να εκπροσωπούνται τα συμφέροντα των ποικίλων θρησκευτικών ομάδων της χώρας. Το σύστημα αυτό ονομάζεται κονφεσιοναλισμός (confessionalism) και προκρίνεται η κατανομή της πολιτικής εξουσίας ανάλογα με το πληθυσμιακό και πολιτικό «βάρος» της κάθε ομάδας. Κύριο στοιχείο διαχωρισμού των κομμάτων δηλαδή είναι η θρησκευτική ταυτότητα και δευτερευόντως η ιδεολογική τοποθέτηση. Στο Λίβανο υπάρχουν δεκαοχτώ αναγνωρισμένες θρησκευτικές ομάδες με διαφορετικό πολιτικό βάρος ανάμεσά τους. Τη μεγαλύτερη πληθυσμιακά ομάδα αποτελούν οι Μουσουλμάνοι με 54% του πληθυσμού, οι οποίοι χωρίζονται στους Σιίτες(27%) και τους Σουνίτες (27%). Δεύτερη ομάδα είναι αυτή των Χριστιανών (40%), η οποία με τη σειρά της χωρίζεται σε Μαρωνίτες Καθολικούς (21%), Ελληνορθόδοξους (8%), Ελληνοκαθολικούς (5%), και λοιπούς Χριστιανούς (6,5%). Τέλος μικρότερες θρησκευτικές ομάδες, όπως οι Δρούζοι (5,6%), παίζουν κι αυτές σημαντικό ρόλο. Αυτή η ποικιλομορφία καθιστά το Λίβανο ένα από τα πιο θρησκευτικά ανάμικτα κράτη στην περιοχή. Για να διατηρηθεί η ισορροπία και η σταθερότητα, ο Πρόεδρος του Λιβάνου είναι Μαρωνίτης, ο Πρωθυπουργός Σουνίτης και ο Πρόεδρος της Βουλής Σιίτης, σύμφωνα με ένα Πρωτόκολλο που υπογράφθηκε το 1932 μεταξύ των κυρίαρχων θρησκευτικών ομάδων, όταν οι Μαρωνίτες ήταν η σχετική πλειοψηφία και η περιοχή βρισκόταν υπό γαλλική εντολή. Με τα χρόνια οι συσχετισμοί άλλαξαν υπέρ των Μουσουλμάνων και, μετά το τέλος του εμφυλίου στη χώρα (1975- 1990), η νέα συμφωνία του Ταϊφ μεταξύ των θρησκευτικών ομάδων μείωσε τις εξουσίες του Προέδρου και έκανε το σύστημα πιο πρωθυπουργοκεντρικό.
Η περίοδος Χαρίρι
Σημείο καμπή για την ιστορία της χώρας αποτέλεσε η δολοφονία του πρωθυπουργού Ραφίκ Χαρίρι το 2005, η οποία αποδίδεται στις μυστικές υπηρεσίες της Συρίας και τη Χεζμπολάχ. Η δολοφονία, έγινε αφορμή για το ξέσπασμα μαζικών διαδηλώσεων, γνωστή και ως η Κέδρινη Επανάσταση (ο κέδρος του Λιβάνου είναι το εθνικό σύμβολο), ιδίως στη Βηρυτό με κεντρικό στόχο την απομάκρυνση του συριακού στρατού πού βρισκόταν στη χώρα από την εποχή του εμφυλίου. Στο πλαίσιο εκείνων των διαδηλώσεων έγιναν δύο μεγάλες πορείες που αποτέλεσαν διαιρετική τομή στην μετέπειτα πολιτική ζωή της χώρας. Στις 8 Μαρτίου 2005, συμμετείχαν οι φιλοσυριακές, κυρίως σιιτικές δυνάμεις, με τα κόμματα της Χεζμπολάχ και του Αμάλ. Στη δεύτερη και πολυπληθέστερη πορεία στις 14 Μαρτίου συμμετείχαν τα περισσότερα κόμματα του Λιβάνου μαζί με πλήθος κόσμου που απαίτησαν και τελικά πέτυχαν την αποχώρηση των συριακών στρατευμάτων στις 27 Απριλίου του ίδιου έτους. Ένα από αυτά τα κόμματα του αντι- συριακού μπλοκ, το Κίνημα για το Μέλλον, υπό τον Σαάντ Χαρίρι, γιο του δολοφονημένου Ραφίκ, κυβερνούσε το Λίβανο για τα τελευταία εννέα χρόνια. Κατά τη διάρκεια αυτών των ετών η κυβέρνηση παρέτεινε την διάρκεια της θητείας της, κινούμενη στα όρια της συνταγματικότητας, με τη δικαιολογία της κατάστασης έκτακτης ανάγκης που βίωνε και συνεχίζει να βιώνει η χώρα λόγω του συριακού εμφυλίου και της εισροής προσφύγων. Ο Λίβανος, μια χώρα 4,5 εκατομμυρίων κατοίκων, έχει επωμιστεί το βάρος της φιλοξενίας 1,1 εκατομμυρίων προσφύγων από τη γειτονική Συρία, ενώ έχει περί τους 450.000 πρόσφυγες από την Παλαιστίνη, και 6,5 χιλιάδων από το Ιράκ, δηλαδή το 25% του πληθυσμού, ανεβάζοντας τον αριθμό σε 6 εκατομμύρια. Η κατάσταση έχει οδηγήσει τις κρατικές δομές στα όρια της κατάρρευσης, ενώ σε πολλές περιπτώσεις δεν παρέχονται βασικές υπηρεσίες όπως η ηλεκτροδότηση και η συγκομιδή των απορριμμάτων. Επιπλέον η χώρα είναι υπερχρεωμένη: το δημόσιο χρέος της φτάνει τα 79 δις δολάρια, δηλαδή το 150% του ΑΕΠ της. Η αποδιάρθρωση των κρατικών υποδομών, η οικονομική δυσπραγία, μαζί με το πολιτικό αδιέξοδο στο οποίο βρέθηκε η χώρα τη περίοδο 2014-2016, όταν έμεινε χωρίς Πρόεδρο, έφεραν σε δύσκολη θέση τις πολιτικές ελίτ της χώρας. Κανένα από τα δύο μεγάλα κόμματα, η Χεζμπολάχ και το Κίνημα για το Μέλλον δεν μπόρεσαν να απαντήσουν στα κρίσιμα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα. Αντίθετα κατά την προεκλογική περίοδο επέλεξαν να καταφύγουν σε αλληλοκατηγορίες για τα προβλήματα της χώρας, προσπαθώντας να κινητοποιήσουν τα σεκταριστικά συμφέροντα που εκπροσωπούνται μέσα από κάθε πολιτικό κόμμα.
Τα αποτελέσματα των εκλογών και η επόμενη μέρα
Νικητής των εκλογών αυτών ήταν οι Σιιτικές δυνάμεις της Χεζμπολάχ και του Αμάλ και των προσκείμενων σε αυτές κομμάτων και που υποστηρίζονται από το Ιράν, εξασφαλίζοντας σχετική πλειοψηφία 43 εδρών. Ο επικεφαλής του πολιτικού και στρατιωτικού σχηματισμού της Χεζμπολάχ, Χασσάν Νουσραλλάχ, δήλωσε πως η νίκη του στις εκλογές ήταν κρίσιμο πλήγμα στους υποστηρικτές της Σαουδικής Αραβίας. Κύριος στόχος της οργάνωσης είναι η αντίσταση κατά του Ισραήλ, καθώς και η απώθηση των αμερικανικών συμφερόντων από τη χώρα. Από την άλλη, ο Σαάντ Χαρίρι, αν και υποστηριζόμενος από τη Σαουδική Αραβία και τις ΗΠΑ, έχασε το 1/3 των εδρών, από 34 σε 21, αφού έχασε πολλούς ψήφους στη Βηρυτό από όπου παραδοσιακά αντλούσε την εκλογική του δύναμη. Ενισχυμένα βγήκαν τα χριστιανικά μαρωνίτικα κόμματα, Ελεύθερο Πατριωτικό Μέτωπο με ιδρυτή τον σημερινό Πρόεδρο Μισέλ Αούν και Λιβανικές Δυνάμεις. Καθώς το πολιτικό σύστημα του Λιβάνου είναι δομημένο ώστε να εκπροσωπούνται τα συμφέροντα όλων των θρησκευτικών ομάδων, οι 128 έδρες του κοινοβουλίου είναι μοιρασμένες μεταξύ τους, χωρίς να μπορεί η μία να κυριαρχήσει έναντι των άλλων, ώστε οι κυβερνήσεις συνεργασίας είναι ο κανόνας. Αναπόφευκτα, ο Χαρίρι και οι Μαρωνίτες δήλωσαν έτοιμοι να συγκυβερνήσουν μετά από διάλογο για εξεύρεση κοινών πολιτικών.
Ωστόσο, η επόμενη μέρα βρίσκει το Λίβανο μουδιασμένο καθώς η μεγάλη αποχή (51% του εκλογικού σώματος) δείχνει την ανικανότητα του πολιτικού κατεστημένου να ανταποκριθεί στα αιτήματα των ψηφοφόρων για ανάπτυξη, μείωση της ανεργίας και σταθερότητα της χώρας. Η αντιπολίτευση επισημαίνει πως υπάρχει κίνδυνος να ταυτιστεί το κράτος του Λιβάνου με τη Χεζμπολάχ και να ανοίξει νέο γύρο συγκρούσεων με το Ισραήλ, μετά το σύντομο πόλεμο του 2006, αλλά και παλαιότερα κατά τη διάρκεια του εμφυλίου. Από την άλλη ο Χαρίρι έχει χάσει την εμπιστοσύνη πολλών υποστηρικτών του ακόμα και μέσα στο κόμμα του. Ο Χαρίρι παραμένει βέβαια ο πιο ισχυρός Σουνίτης πολιτικός της χώρας και είναι ένας από τους πιο πλούσιους της περιοχής, αλλά οι σχέσεις του με τη Σαουδική Αραβία, όπου είναι και η έδρα των κατασκευαστικών του επιχειρήσεων, έχουν κινήσει υποψίες για την ανεξαρτησία του. Αξιοσημείωτο και ενδεικτικό της πολιτικής ρευστότητας της χώρας είναι ότι το 2017, όταν ο Χαρίρι επισκέφθηκε τη Σαουδική Αραβία και παρέμεινε εκεί για τρεις εβδομάδες – επίσημα ως φιλοξενούμενος- και εκεί ανακοίνωσε ότι παραιτείται από την πρωθυπουργία, απόφαση που ανακάλεσε λίγες μέρες αργότερα.
Το βέβαιο είναι πως οι περισσότεροι Λιβανέζοι ηγέτες, από όλες τις θρησκευτικές ομάδες, έχουν χτίσει δίκτυα πατρωνίας μέσα σε δεκαετίες πολέμου και διαφθοράς και δεν μπορούν, ούτε θέλουν να αλλάξουν την κατάσταση.
Ο Λίβανος: ένα πιόνι στην σύγκρουση Ιράν – Σαουδικής Αραβίας
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, ο Λίβανος εντάσσεται στο πεδίο διεξαγωγής της ευρύτερης σύγκρουσης μεταξύ του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας, κάτι που φάνηκε από την επιρροή που άσκησαν οι δύο αυτές δυνάμεις τόσο στις εκλογές του Λιβάνου όσο και σε εκείνες του Ιράκ στις 12 Μαΐου. Οι πολιτικές και οικονομικές δυνάμεις της χώρας καλούνται να επιλέξουν στρατόπεδο, αλλά ταυτόχρονα και να στρατολογήσουν όσο το δυνατόν περισσότερους υποστηρικτές. Προς το παρόν ο πόλεμος είναι μόνο πολιτικός, όμως οι εξελίξεις είναι ραγδαίες και μπορεί να οδηγήσουν σε δυσάρεστα αποτελέσματα. Οι δύο αντίπαλοι έχουν εμπλακεί σε πολλά μέτωπα, εκτός του Λίβανο, όπως η Υεμένη, με το Ιράν να υποστηρίζει τους αντάρτες και τη Σ. Αραβία να εξαπολύει πόλεμο εναντίον τους, το Ιράκ, όπου ο πρωθυπουργός, Αλ- Αμπάντι που προσπαθεί να διατηρήσει τις ισορροπίες, απομόνωσε τους Σιίτες υποστηρικτές του Ιράν από την προεκλογική μάχη, τη Συρία αλλά και τη Παλαιστίνη. Παρόλα αυτά για τον Λιβανικό λαό σημασία έχει περισσότερο η σταθερότητα και η οικονομική ανάπτυξη, ώστε να επανεκκινηθεί η οικονομία σε μια χώρα όπου το 28% του πληθυσμού ζει κάτω και στα όρια της φτώχειας, αλλά και η είσοδος στην πολιτική νέων πολιτικών προσώπων που θα προσπαθήσουν να υπερβούν τα εμπόδια του σεκταρισμού. Παρόλα αυτά ο Λίβανος έχει καταφέρει, παρά τις τεράστιες προκλήσεις που αντιμετωπίζει, να παραμείνει σταθερός και να συνεχίζεται η λειτουργικότητα του κρατικού μηχανισμού με τις όποιες ελλείψεις. Τόσο ο Λιβανικός λαός αλλά και οι πολιτικές ελίτ γνωρίζουν ότι η χώρα βαδίζει ανάμεσα στην επιβίωση και την κατάρρευση γεγονός που οδηγεί σε συμβιβασμό. Όμως, όσο οι εντάσεις μεταξύ Ιράν και Σ. Αραβίας γίνονται εντονότερες είναι πιθανό ο πολιτικός συμβιβασμός να μην αποτελεί την πρώτη επιλογή στο μέλλον.
Για περαιτέρω ενημέρωση
Mohamad B, 2018, Half a Cheer for Democracy in Lebanon, ΝΥΤ, ανακτήθηκε από https://www.nytimes.com/2018/05/10/opinion/international-world/election-democracy-lebanon.html?rref=collection%2Ftimestopic%2FLebanon
Karam Z, Bassem M, 2018, Hezbollah, allies score major gains in Lebanon election, WP, ανακτήθηκε από https://www.washingtonpost.com/world/middle_east/lebanese-media-hezbollah-sees-gains-in-sundays-elections/2018/05/07/64e0b1ec-51cc-11e8-a6d4-ca1d035642ce_story.html?noredirect=on&utm_term=.b425966376a6
Crighton Ε., Abele M. 2018, The Evolution of Protracted Ethnic Conflict: Group Dominance and Political Underdevelopment in Northern Ireland and Lebanon,
City University of New York, ανακτήθηκε από http://www.jstor.org/stable/pdf/422357.pdf?refreqid=excelsior%3Af593ae782687475061df8858c6fbf628