Του Αλέξανδρου Μπουρδάνου
Μια σύντομη εισαγωγή
Το τελευταίο διάστημα χρησιμοποιείται συχνά ο όρος «τέλεια καταιγίδα» για να περιγράψει τις συνθήκες που επικρατούν στην ενεργειακή αγορά, και που έχουν ως συνέπεια την τεράστια αύξηση τιμών σε ηλεκτρικό ρεύμα και φυσικό αέριο στην Ευρώπη. Ο όρος αυτός, αν και χρησιμοποιείται και στην οικονομία, προέρχεται από τη μετεωρολογία και αναφέρεται σε μία σειρά δεδομένων που δημιουργούν ένα καιρικό φαινόμενο πολύ εντονότερο από αυτό που αναμένεται. Αυτό συμβαίνει σήμερα και στον τομέα της ενέργειας – και ίσως σε όλες τις οικονομικές δραστηριότητες – καθώς η αύξηση του κόστους της ενέργειας θα σηματοδοτήσει μία σειρά ανατιμήσεων σε όλη την παραγωγική διαδικασία.
Το άρθρο εξετάζει τους λόγους οι οποίοι οδήγησαν στην αύξηση των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας και προσπαθεί να προτείνει μια ασφαλή λύση ώστε να αποφευχθούν ξανά τόσο μεγάλες ανατιμήσεις στις τιμές της ενέργειας, μέσω των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ).
Οι αιτίες της αύξησης των τιμών
Τους τελευταίους μήνες, ειδικά από τις αρχές του καλοκαιριού μέχρι σήμερα, οι τιμές στην ενεργειακή αγορά έχουν πάρει την ανιούσα χωρίς να μπορούμε να προβλέψουμε με ασφάλεια πόσο ακόμα θα ανέβουν και, το κυριότερο, μέχρι πότε θα κρατήσει η ανοδική αυτή πορεία, καθώς σύμφωνα με τους διεθνείς αναλυτές, η αύξηση των τιμών δεν έχει φτάσει ακόμα στο ανώτατο σημείο (peak) της. Για πρώτη φορά στις 07/10/2021, η τιμή της μεγαβατώρας στην Ελλάδα, ξέπερασε τα 200 ευρώ (205 ευρώ) ενώ σε ορισμένες χώρες στην υπόλοιπη Ευρώπη ξεπέρασε και τα 300 ευρώ. Αυτό συμβαίνει πρώτη φορά μετά από την καθιέρωση του χρηματιστηρίου Ενέργειας. Αντίστοιχα, το φυσικό αέριο, η τιμή του σκαρφάλωσε στα 200 ευρώ το κυβικό.
Οι λόγοι για αυτό το φαινόμενο είναι πολλοί. Αρχικά, η πανδημία οδήγησε σε μεγάλη μείωση ζήτησης ενεργειακών προϊόντων, καθώς πολλοί τομείς της οικονομίας σταμάτησαν να παράγουν σε μεγάλο βαθμό. Με την επανεκκίνηση της οικονομίας, έπρεπε η παραγωγή να αυξηθεί κατακόρυφα για να μπορέσει να παρακολουθήσει τη ζήτηση, η οποία με τη σειρά της ήθελε να καλύψει το χάσμα της παραγωγής που δημιουργήθηκε τους μήνες της αδράνειας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση ζήτησης της ηλεκτρικής ενέργειας, σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι τα άλλα χρόνια. Πολλές ευρωπαϊκές χώρες, κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, όταν είχαν επιστρέψει σε ένα βαθμό κανονικότητας, άρχισαν να καταναλώνουν τα αποθέματα τους σε φυσικό αέριο προκειμένου να ανταποκριθούν στην αυξημένη ζήτηση ηλεκτρικού ρεύματος, λόγω και των συνθηκών του καλοκαιριού.
Τα 3/4 των εισαγωγών φυσικού αερίου της ΕΕ προέρχονται από χώρες εκτός Ε.Ε., όπως η Ρωσία (40%), η Νορβηγία και η Αλγερία (18% και 11% αντίστοιχα). Ως αποτέλεσμα, η Ε.Ε. είναι ευάλωτη σε διακυμάνσεις τιμών που προέρχονται από εξωγενείς παράγοντες, όπως για παράδειγμα συμβαίνει με τη Ρωσία, η οποία προσπαθεί να επωφεληθεί από την παγκόσμια ζήτηση αερίου φέτος. Το παράδειγμα της αγοράς της Βραζιλίας είναι ενδεικτικό: εκεί η ηλεκτροπαραγωγή βασίζεται στην υδροηλεκτρική ενέργεια ωστόσο, λόγω της μεγάλης λειψυδρίας που κατεγράφη φέτος, η μείωση των αποθεμάτων νερού οδήγησε σε αύξηση της συμμετοχής του αερίου στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και άρα στην ανάγκη μεγαλύτερων εισαγωγών φυσικού αερίου. Ακόμη, αυξήθηκε κατά πολύ η ζήτηση για φυσικό αέριο και από χώρες της Ασίας οι οποίες αποφάσισαν να μειώσουν την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από άνθρακα και να αυξήσουν την παραγωγή με πρώτη ύλη το αέριο.
Ένας άλλος ένας παράγοντας για την αύξηση της τιμής του αερίου είναι οι πιέσεις της Ρωσίας, η οποία παραδίδει στην ΕΕ μικρότερες ποσότητες αερίου από τις συμφωνηθείσες για να πετύχει τη γρηγορότερη και με τους δικούς της όρους ολοκλήρωση του αγωγού Nord Stream 2, ο οποίος θα προμηθεύει με φυσικό αέριο στη Γερμανία και τη Δυτική Ευρώπη. Σύμφωνα με τον αναπληρωτή Πρωθυπουργό της Ρωσίας, στις αρχές Οκτωβρίου, η έγκριση του αγωγού από τις εποπτικές αρχές της Ρωσίας, θα αυξήσει την ποσότητα αερίου, και θα οδηγήσει σε αποκλιμάκωση των τιμών.
Άλλος σημαντικός παράγοντας για την αύξηση των τιμών, είναι η αύξηση παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ορυκτά καύσιμα, όπως είναι ο λιγνίτης, με αποτέλεσμα να αυξηθούν τα δικαιώματα ρύπων. Τα δικαιώματα ρύπων είναι ουσιαστικά το αντίτιμο που πληρώνει το κάθε κράτος, ανάλογα με τους ρύπους που εκπέμπει, δηλαδή πληρώνει το κράτος για να έχει το δικαίωμα να ρυπαίνει. Στηρίζεται στην αρχή της πιο αποδοτικής χρήσης ρυπογόνων δραστηριοτήτων, καθώς τα δικαιώματα αυτά ανεβάζουν το κόστος παραγωγής. Πιο αναλυτικά το 2019, το κόστος ανά τόνο ήταν στα 25 ευρώ, το 2020, κατά την πανδημία έφτασε τα 15 ευρώ και σήμερα είναι πάνω από τα 65 ευρώ ανά τόνο. Η αύξηση των δικαιωμάτων ρύπων αυξάνει και την τιμή της παραγόμενης από φυσικό αέριο ή από λιγνίτη ενέργειας. Μάλιστα, μέχρι το 2050, όταν η Ευρώπη φιλοδοξεί να γίνει η πρώτη κλιματικά ουδέτερη ήπειρος, τα δικαιώματα εκπομπών ρύπων, θα αυξάνονται όλο και περισσότερο, προκειμένου να αυξηθεί η συμμετοχή της πράσινης ενέργειας, με αποτέλεσμα οι θερμικές μονάδες να κρίνονται ασύμφορες και να αποτελούν μόνο λύση εφεδρείας.
Ένας τελευταίος παράγοντας είναι η ενέργεια που προέρχεται από ΑΠΕ. Φέτος, τους καλοκαιρινούς μήνες, η συμμετοχή των ΑΠΕ στην παραγωγή ενέργειας περιορίστηκε, καθώς η αιολική παραγωγή μειώθηκε λόγω της μη ύπαρξης ανέμων, ενώ πρόβλημα δημιουργήθηκε στα ηλιακά (φωτοβολταϊκά) πάρκα, από την παρουσία αφρικανικής σκόνης. Επιπροσθέτως, σημαντικό γεγονός είναι ότι η αποθήκευση ενέργειας από ΑΠΕ με συσσωρευτές, είναι ακόμα σε πρώιμο στάδιο στην Ευρώπη, και οι επίπονες γραφειοκρατικές διαδικασίες και το μη οριοθετημένο πλαίσιο σε εθνικό επίπεδο, δημιουργούν προβλήματα στην περαιτέρω διείσδυση των ΑΠΕ. Παρότι, η Ε.Ε. από το 2017, έχει εκδώσει σχετική οδηγία που ορίζει την αποθήκευση ενέργειας, το 2020 σε έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής καταγράφηκαν πολλά εμπόδια, γραφειοκρατικά και πολιτικά, σε πολλές χώρες της Ε.Ε., με αποτέλεσμα η αποθήκευση ενέργειας να μην έχει προχωρήσει σε ικανοποιητικό βαθμό.
Για παράδειγμα, σε ό τι αφορά την Ελλάδα, η χώρα δεν έχει ακόμα νομοθετήσει για την αποθήκευση ενέργειας, με αποτέλεσμα η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας να μη δίνει έγκριση σε έργα που αφορούν την αποθήκευση ενέργειας, ή που συνδυάζουν την παραγωγή με την αποθήκευση. Η αποθήκευση ενέργειας είναι σημαντική καθώς μπορεί να ωθήσει τις τιμές προς τα κάτω, καθώς οι ΑΠΕ αποτελούν την πιο φθηνή παραγωγή ενέργειας. Μέσω της αποθήκευσης μπορεί να διαφυλάσσεται η παραγόμενη ενέργεια των ΑΠΕ και να διανέμεται στο σύστημα σε ώρες αιχμής, όπως είναι οι μεσημβρινές και απογευματινές ώρες κατά τις οποίες ο ήλιος υποχωρεί. Αντίθετα, σήμερα όταν δε φυσάει, όπως έγινε αυτό το καλοκαίρι στην Ευρώπη, οι ΑΠΕ δε συμμετέχουν σχεδόν καθόλου στο ενεργειακό μίγμα. Άρα, το ζητούμενο είναι, κατά τις ώρες στις οποίες υπάρχει η δυνατότητα παραγωγής, αυτή να εξυπηρετείται πλήρως, και η περίσσεια ενέργεια να αποθηκεύεται σε συσσωρευτές.
Πιθανές λύσεις
Όπως βλέπουμε, η ενεργειακή κρίση είναι πράγματι εδώ. Θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με περαιτέρω ανάπτυξη και διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό μίγμα της κάθε χώρας. Ωστόσο, για να πραγματοποιηθούν τα μεγάλα έργα σε ΑΠΕ πρέπει οι χώρες να περιορίσουν τη γραφειοκρατία που απαιτείται για την έκδοση αδειών για τέτοια έργα (στην Ελλάδα η αδειοδότηση ενός έργου ΑΠΕ μπορεί να καθυστερήσει έως και 10 χρόνια) και να ενισχυθούν τα έργα για την αποθήκευση ενέργειας. Η αποθήκευση ενέργειας είναι αυτή που θα επιτρέψει την πλήρη συμμετοχή των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή, καθώς θα αποθηκεύει την παραγόμενη ενέργεια και θα τη διανέμει στο σύστημα σε 24ωρη βάση. Σήμερα, τα έργα σε ΑΠΕ που γίνονται στην Ελλάδα, είναι περιορισμένα καθώς χωρίς αποθήκευση δεν αξιοποιούνται στο έπακρο οι φυσικοί πόροι, με το φόβο ότι η ζήτηση θα είναι λιγότερη, άρα καθιστά την απαγκίστρωση από τις συμβατικές μεθόδους ηλεκτροπαραγωγής ανέφικτη.
Ο χειμώνας σίγουρα θα είναι δύσκολος. Οι προβλέψεις είναι ότι η μεγαβατώρα θα ανέβει σίγουρα κοντά στα 200 ευρώ, και τα δικαιώματα ρύπων στο ανώτατο όριο τους θα φτάσουν στα 100 ευρώ ο τόνος, και δύσκολα θα πέσουν κάτω από 55 ευρώ. Μένει μόνο να δούμε αν μετά το χειμώνα, οπότε η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας θα αυξηθεί, η τιμή θα καταφέρει να περιοριστεί στο στόχο των 100 ευρώ, ή θα παραμείνει στα ίδια επίπεδα. Το σίγουρο είναι, ότι η Ε.Ε. πρέπει να υιοθετήσει μία πιο ολιστική προσέγγιση για τα έργα ΑΠΕ και αποθήκευσης μέσω και της Ενεργειακής Ένωσης των κρατών, προκειμένου να επιτευχθεί μία μείωση τιμών στην ηλεκτρική ενέργεια.
Για περαιτέρω εμβάθυνση
https://ember-climate.org/data/carbon-price-viewer/
https://www.reporter.gr/Eidhseis/Epicheirhseis/energy/487406-EPSAHE-Se-anamonh-2,5-GW-apothhkeyshs-energeias-kai-%E2%82%AC2-dis-ependyseis
https://ec.europa.eu/eurostat/statistics-explained/index.php?title=Energy_production_and_imports/el&oldid=468225
https://www.enexgroup.gr/el/web/guest/home