Του Άγγελου Χατζηγιάννη
- Εισαγωγή
Δε θα ήταν υπερβολή να ισχυριστούμε ότι η Τυνησία αποτελεί το πιο επιτυχημένο παράδειγμα εκδημοκρατισμού στον αραβικό κόσμο μετά το ξέσπασμα της Αραβικής Άνοιξης το Δεκέμβριο του 2010. Ενώ σε χώρες όπως η Λιβύη, η Συρία και η Υεμένη το αποτέλεσμα των εξεγέρσεων της Αραβικής Άνοιξης ήταν εμφύλια σύγκρουση ή στρατιωτικό πραξικόπημα (Αίγυπτος), στην Τυνησία η πτώση του δικτάτορα Μπεν Άλι τον Ιανουάριο του 2011 άνοιξε το δρόμο για τη μετάβαση σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα ημιπροεδρικής δημοκρατίας που επέτρεψε την ελεύθερη δράση των κομμάτων όλου του πολιτικού φάσματος και τη διενέργεια ελεύθερων και αδιάβλητων εκλογών. Ωστόσο, η απόφαση του Προέδρου Κάις Σάϊεντ στις 25 Ιουλίου του 2021 να αναστείλει τη λειτουργία του κοινοβουλίου, που προέκυψε από τις εκλογές του Οκτωβρίου του 2019 και το Μάρτιο του 2022 να το διαλύσει, εγείρει επιφυλάξεις για την ανθεκτικότητα της νεόκοπης τυνησιακής δημοκρατίας αλλά και για τα συνολικά επιτεύγματά της τα τελευταία έντεκα χρόνια.
Μετά το 2021, ο πρόεδρος Σάϊεντ κυβερνά μόνος του με προεδρικά διατάγματα, ενώ το Φεβρουάριο του 2022 προχώρησε και στη διάλυση του ανώτατου δικαστικού συμβουλίου. Σύμφωνα με τον πρόεδρο, οι παραπάνω αποφάσεις όχι μόνο δεν αποτελούν παραβίαση του Συντάγματος αλλά η λήψη τους κρίθηκε επιτακτική, καθώς απέβλεπαν στη διαφύλαξη της ακεραιότητας της χώρας, την αποτροπή της κατάρρευσης του κράτους και των θεσμών του και την πάταξη της διαφθοράς που είχε λάβει ενδημικές διαστάσεις. Ωστόσο, τα παραπάνω μέτρα καταγγέλλονται τόσο από την πλειοψηφία των πολιτικών κομμάτων όσο και από μεγάλη μερίδα του πληθυσμού καθώς αναβιώνουν μνήμες του αυταρχικού παρελθόντος του Μπεν Αλί. Σε ένα τέτοιο κλίμα αυξημένης πόλωσης μεταξύ των υποστηρικτών και των αντιπάλων του Σάϊεντ, ο πρόεδρος παρουσίασε, στις 30 Ιουνίου 2022, ένα σχέδιο νέου Συντάγματος το οποίο, μεταξύ άλλων, προβλέπει διευρυμένες εκτελεστικές, νομοθετικές και δικαστικές εξουσίες για τον πρόεδρο αλλά αφαιρεί αναφορές στο Ισλάμ στα άρθρα του, διευκρινίζοντας αόριστα ότι «η Τυνησία αποτελεί ένα ελεύθερο, ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος που ανήκει στην παγκόσμια Ισλαμική Ούμμα» (Κοινότητα “أمة”). Παράλληλα, ο πρόεδρος ανακοίνωσε τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την έγκριση ή μη του νέου Συντάγματος τη συμβολική ημερομηνία της 25ης Ιουλίου (επέτειος της διάλυσης του κοινοβουλίου από τον Σάϊεντ). Εφόσον το νέο Σύνταγμα εγκριθεί, κάτι που σύμφωνα με αναλυτές φαίνεται ως το πιο πιθανό σενάριο, θα προκηρυχθούν εκλογές για νέο κοινοβούλιο το Δεκέμβριο του 2022.
Το παρόν άρθρο αναλύει τις παραπάνω αποφάσεις του προέδρου, προσπαθεί να εξηγήσει τα κίνητρα και τους λόγους πίσω από αυτές και να ερμηνεύσει τη στάση των διαφορετικών πολιτικών τάσεων της τυνησιακής κοινωνίας στη νέα αυτή πραγματικότητα. Ποια είναι η στάση των πολιτικών κομμάτων απέναντι στις μονομερείς ενέργειες του Προέδρου; Κινδυνεύει η Τυνησία να διολισθήσει στο αυταρχικό παρελθόν της περιόδου του Μπεν Αλί; Είναι οι ενέργειες του Προέδρου συμβατές με τις ιστορικά παγιωμένες τάσεις της τυνησιακής κοινωνίας;
- Το ιστορικό πλαίσιο
Για να απαντήσουμε στα παραπάνω ερωτήματα θα πρέπει να αναλύσουμε το ιστορικό υπόβαθρο του βορειοαφρικανικού κράτους. Συχνά, η ανάλυση της Τυνησίας συνδέεται αποκλειστικά με τη γαλλική αποικιακή επιρροή. Ωστόσο, δε θα έπρεπε να αγνοήσουμε, στην ανάλυσή μας, την περίοδο πριν τη γαλλική κατάκτηση, καθώς αποτελεί τον καταλύτη για την απελευθέρωση κοινωνικοπολιτικών δυναμικών που καθόρισαν τις επόμενες περιόδους. Πιο συγκεκριμένα, θα ήταν άτοπο να ισχυριστούμε ότι ο κοσμικός χαρακτήρας του τυνησιακού κράτους αποκρυσταλλώθηκε μόνο χάρη στη γαλλική επιρροή κατά τη διάρκεια της γαλλικής αποικιοκρατικής κυριαρχίας που ξεκίνησε στα 1881. Ήδη από τις αρχές του 19ου αι. η Τυνησία, de facto αυτόνομη επαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, επιδίωκε τη χάραξη ανεξάρτητης πορείας από αυτήν της Υψηλής Πύλης. Αιχμή του δόρατος αυτών των προσπαθειών υπήρξαν ο κυβερνήτης του βιλαετιού της Τυνησίας Άχμεντ Μπέης και οι διάδοχοι του καθώς και ένας από τους μεγαλύτερους μεταρρυθμιστές του 19ου αι. ο πρωθυπουργός της Τυνησίας Χάιρ αλ-Ντιν Πασάς (1873-1877). Όλοι αυτοί αντιλήφθηκαν το οθωμανικό βιλαέτι ως tabula rasa πάνω στην οποία θα μπορούσαν να σχεδιάσουν ένα νέο κράτος στα πρότυπα της ευρωπαϊκής νεωτερικότητας. Μάλιστα, στα 1861 η Τυνησία απέκτησε το πρώτο Σύνταγμα στον μουσουλμανικό κόσμο, που προσιδίαζε σε συντάγματα ευρωπαϊκών κρατών και ιδιαιτέρως στο γαλλικό και προέβλεπε την ισότητα όλων των υπηκόων του «βιλαετιού της Τυνησίας» απέναντι στο νόμο, ανεξαρτήτως θρησκεύματος, καθώς και τη διάκριση των εξουσιών, τη σύσταση νομοθετικού συμβουλίου και τη δημιουργία ανεξάρτητων δικαστικών σωμάτων. Παρότι θα ήταν βεβιασμένο να μιλάμε από τόσο νωρίς για την προσπάθεια διαμόρφωσης εθνικού κράτους, δε θα ήταν άτοπο να ισχυριστούμε ότι πριν ακόμα από την περίοδο της γαλλικής κυριαρχίας (1881-1956) τέθηκαν οι βάσεις για τη μετέπειτα διαμόρφωση εθνικής ταυτότητας και ενός κοσμικού κράτους σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα.
Η γαλλική κυριαρχία επιβλήθηκε με αφορμή την απώλεια της πιστοληπτικής αξιοπιστίας της Τυνησίας, η οποία βρέθηκε χρεοκοπημένη στα 1869 αδυνατώντας να αποπληρώσει τα δάνεια που είχε εξασφαλίσει από ευρωπαϊκές τράπεζες με στόχο την ολοκλήρωση των μεταρρυθμιστικών σχεδίων. Αν, λοιπόν, κατά την προαποκιοκρατική περίοδο έχουμε ένα πρώιμο στάδιο εκκοσμίκευσης που αποτελεί ένα από τα ειδοποιά στοιχεία της μετέπειτα τυνησιακής εθνικής ταυτότητας, αντίστοιχα κατά την περίοδο της γαλλικής κατοχής, η οποία χαρακτηρίζεται από τον αποκλεισμό του ντόπιου πληθυσμού από τη γαλλική τοπική ελίτ, γεννώνται οι πολιτικές ζυμώσεις που στράφηκαν ενάντια στις αποικιοκρατικές ανισότητες και οι οποίες θα προσδώσουν στην τυνησιακή εθνική ταυτότητα τον αντιαποκιοκρατικό της χαρακτήρα.
Το πρώτο αμιγώς εθνικιστικό κόμμα υπήρξε αυτό των «Νεοτυνήσιων» το 1907 στα πρότυπα των «Νεότουρκων» και αργότερα το κόμμα «Ντεστούρ» (“دستور”) το 1920, που στα αραβικά σημαίνει «Σύνταγμα». Ωστόσο, το επιστέγασμα των παραπάνω πρωτοβουλιών αποτέλεσε η σύσταση στα 1934 του σημαντικότερου αμιγώς εθνικιστικού κόμματος της Τυνησίας, του λεγόμενου «Νέο-ντεστούρ» («νεοσυνταγματικού»), που απαιτούσε έστω και μακροπρόθεσμα τη γαλλική απόσυρση. Καθοδηγούμενο από τον μετέπειτα εθνικό ηγέτη της Τυνησίας, Χαμπίμπ Μπουργκίμπα, το «Νέο-ντεστούρ» αποτέλεσε το κυρίαρχο κόμμα μετά την ανεξαρτησία της Τυνησίας από τη Γαλλία το 1956. Ο Μπουργκίμπα μετονόμασε το κόμμα σε «Σοσιαλιστικό Συνταγματικό Κόμμα» το 1964 και εγκαθίδρυσε ένα μονοκομματικό σύστημα το ίδιο έτος, κυβερνώντας μέχρι το 1987 οπότε και αντικαταστάθηκε μετά από «εσωτερικό πραξικόπημα» από τον Ζιν Ελ Αμπεντίν Μπεν Άλι.
Μετά την ανεξαρτησία η νέα κυβέρνηση, η οποία απαρτίζονταν από συνδικαλιστικές οργανώσεις και το κόμμα «Νέο-ντεστούρ», αποτελούσε τον ακρογωνιαίο λίθο για τη διαμόρφωση ενός κοσμικού εθνικού κράτους. Από τις σημαντικότερες πολιτικές της προεδρίας Μπουργκίμπα ξεχωρίζουν η συνταγματική κατοχύρωση της χειραφέτησης των γυναικών και η ισότητα των φύλων («Κώδικας Προσωπικής Κατάστασης» “مجلة الأحوال الشخصية”), η εγκαθίδρυση δημόσιας και εκσυγχρονισμένης εκπαίδευσης απαγκιστρωμένης από θρησκευτικές επιρροές, η φιλελευθεροποίηση της οικονομίας τη δεκαετία του ’70 και η υιοθέτηση μιας πιο ουδέτερης πολιτικής την περίοδο που μεσουρανούσε ο αραβικός εθνικισμός.
Ο διάδοχος του Μπουρκίμπα, Μπεν Αλί, διατήρησε τον κοσμικό χαρακτήρα του κράτους χωρίς να έρθει σε ρήξη με το προηγούμενο καθεστώς. Χρειάζεται να σημειώσουμε ότι καθοριστικοί παράγοντες για την επιβίωση του αυταρχικού καθεστώτος ήταν αφενός η επίτευξη από μεριάς κυβέρνησης ενός modus vivendi δομημένου σε δίκτυα ευνοιοκρατίας μεταξύ της κοινωνίας και των οικονομικών παραγόντων της χώρας και αφετέρου η οικονομική σταθερότητα που την κατέστησε πιο ανταγωνιστική στις διεθνείς αγορές. Ωστόσο, χρειαζόταν μια θρυαλλίδα για να πυροδοτηθεί το εκρηκτικό μείγμα της διαφθοράς, της καταστολής οποιασδήποτε αντιπολιτευτικής δράσης, της ανεργίας κυρίως στους νέους (25% αποφοίτων πανεπιστημίων) ως απότοκο της 23ετούς προεδρίας του Μπεν Αλί. Το έναυσμα δόθηκε με την αυτοπυρπόληση ενός πλανόδιου μανάβη ονόματι Μοχάμεντ Μπουαζίζι λόγω της κατάσχεσης του καροτσιού του από την τοπική αστυνομία, πυροδοτώντας την «Τυνησιακή Επανάσταση» η οποία με τη σειρά της προκάλεσε αλυσιδωτές αντιδράσεις σε όλο τον αραβικό κόσμο. Η «Επανάσταση», αυθόρμητη και αδιαμφισβήτητα χωρίς πρόδηλο θρησκευτικό πρόσημο, οδήγησε στην πτώση του καθεστώτος του Μπεν Αλί τον Ιανουάριο του 2011 και την συγκρότηση μεταβατικής κυβέρνησης που άνοιξε το δρόμο για την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας στη χώρα χωρίς βίαιες αναταραχές.
- Το δημοκρατικό καθεστώς και η διάλυση του κοινοβουλίου
Η νεοπαγής τυνησιακή δημοκρατία οικοδομήθηκε μέσα από κυβερνήσεις συνεργασίας που συνέβαλαν στη μετάβαση σε μια νέα συνταγματική τάξη πραγμάτων και στην επίτευξη εθνικής ενότητας. Στο νέο αυτό περιβάλλον καθοριστική υπήρξε η παρουσία του ισλαμιστικού κόμματος «Ενάχντα» («Αναγέννηση» “النهضة”) που βρισκόταν εκτός νόμου επί Μπεν Αλί και οι ρίζες του οποίου αντλούνται από την οργάνωση των Αδελφών Μουσουλμάνων στην Αίγυπτο. Το «Ενάχντα», πρεσβεύοντας μια μετριοπαθή προσέγγιση του πολιτικού Ισλάμ με επικεφαλής τον Ράσιντ αλ-Γανούσι, εξασφάλισε στις εκλογές του Οκτωβρίου του 2011 το μεγαλύτερο ποσοστό ψήφων και συγκρότησε κυβέρνηση συνασπισμού με δύο κοσμικά κόμματα (τη λεγόμενη κυβέρνηση «Τρόικα»). Η χώρα απέκτησε νέο Σύνταγμα τον Ιανουάριο του 2014. Η μετάβαση στη νέα συνταγματική πραγματικότητα συνοδεύτηκε από μία ακόμα κυβέρνηση συνασπισμού με το «Ενάχντα» να έρχεται αυτή τη φορά δεύτερο στις εκλογές του Δεκεμβρίου του 2014, εξακολουθώντας όμως να ασκεί πολύ σημαντική επιρροή. Ωστόσο, επί διακυβέρνησης του «Ενάχντα», επικράτησε εκ νέου η διαφθορά, ακολουθήθηκε ασυνάρτητο οικονομικό πρόγραμμα, ενώ αναπτύχθηκε δίκτυο ισλαμικών τρομοκρατικών οργανώσεων που με επιθέσεις έπληξαν ζωτικούς τομείς της οικονομίας, όπως την επενδυτική αξιοπιστία και την τουριστική βιομηχανία της χώρας ενώ τέλος, έλαβαν χώρα δολοφονίες επιφανών πολιτικών προσωπικοτήτων της αριστεράς. Τα παραπάνω οδήγησαν σε σημαντική μείωση της πολιτικής νομιμοποίησης των κυβερνήσεων που ηγούνταν το «Ενάχντα», με σημαντικό μέρος του πληθυσμού να κατηγορεί μάλιστα το κόμμα ως ηθικό αυτουργό στα παραπάνω εγκλήματα.
Μέσα στο κλίμα αυτό ο Κάις Σάϊεντ εξελέγη πρόεδρος ως ανεξάρτητος υποψήφιος τον Οκτώβριο του 2019. Ενώ το υπόβαθρο του ως συνταγματολόγου και πανεπιστημιακού του προσέδιδε πολιτικό κύρος, το γεγονός ότι δεν ανήκε σε κάποιο πολιτικό σχηματισμό δημιουργούσε την εντύπωση στους ψηφοφόρους ότι ο ίδιος ήταν αποστασιοποιημένος από το πολιτικό κατεστημένο και τη διαφθορά που το συνόδευε. Ο Σάϊεντ δεσμεύτηκε να προβεί σε ριζικές αλλαγές, τόσο σε κοινωνικό όσο και θεσμικό επίπεδο, με στόχο την έξοδο από το πολιτικό τέλμα. Οι παραπάνω παράγοντες ενίσχυσαν την εμπιστοσύνη του κόσμου απέναντι στον Σάϊεντ, καθώς θεώρησαν το πολιτικό του προφίλ ως αξιόπιστη εναλλακτική για την πάταξη της διαφθοράς. Μπορεί, επομένως, να γίνει αντιληπτό ότι θα ήταν αδύνατο για τον πρόεδρο Σάϊεντ να προβεί στην αναστολή της λειτουργίας του Κοινοβουλίου στις 25 Ιουλίου του 2021 και αργότερα στη διάλυσή του χωρίς την υποστήριξη ενός μέρους του λαού, ο οποίος φάνηκε να χάνει την εμπιστοσύνη του τόσο απέναντι στο ισλαμιστικό πρότυπο διακυβέρνησης του «Ενάχντα» όσο και στις συνεχείς κυβερνήσεις συνασπισμού από τις οποίες απουσίαζε μια συνεκτική πολιτική. Είναι ενδεικτικό ότι αμέσως μετά την αναστολή της λειτουργίας του κοινοβουλίου, σε δημοσκόπηση της Emrhod Consulting, το 87% των ερωτώμενων ενέκρινε τις παραπάνω ενέργειες του προέδρου, ενώ μόλις το 3% τις απέρριπτε. Επιπλέον, δημοσκόπηση που διεξήχθη από την τυνησιακή εφημερίδα ελ-Μάγκρεμπ (“المغرب”) το Μάιο του 2022, έδειξε ότι το 65,2% των ψηφοφόρων θα ψήφιζε τον Σάϊεντ σε επικείμενες προεδρικές εκλογές. Τέλος, πέρα από το σχέδιο νέου συντάγματος , ο Σάϊεντ είχε ήδη προβεί στο διορισμό γυναίκας πρωθυπουργού τον Οκτώβριο του 2021, μία κίνηση με ιδιαίτερα συμβολικό χαρακτήρα, καθώς η Νάτζλα Μπουντέν είναι η πρώτη γυναίκα στον αραβικό κόσμο που αναλάμβανε το συγκεκριμένο αξίωμα.
- Ερμηνεύοντας τις προθέσεις και τα κίνητρα του προέδρου
Βλέποντας και το πολιτικό παρελθόν της Τυνησίας, είναι φανερό ότι οι πολιτικές ενέργειες του προέδρου Σάιεντ παρουσιάζουν μια αντίφαση. Ενώ οι μεταρρυθμιστικές του προσπάθειες εναρμονίζονται με το κοσμικό και προοδευτικό χαρακτήρα της τυνησιακής κοινωνίας, ο συγκεντρωτισμός της εξουσίας στο πρόσωπό του προέδρου που ενισχύεται από τις διατάξεις του νέου Συντάγματος, προκαλεί ρωγμές στο δημοκρατικό μοντέλο που υιοθετήθηκε μετά την Επανάσταση. Βιαστικά κάποιος θα μπορούσε να συμπεράνει ότι η υποστήριξη που απολαμβάνει ο πρόεδρος Σάϊεντ σημαίνει πως η τυνησιακή κοινωνία έχει «θυσιάσει» τα δημοκρατικά κεκτημένα της μετεπαναστατικής περιόδου, λόγω του γεγονότος ότι «συνήθισε», όπως και κοινωνίες άλλων αραβικών κρατών, σε ένα δικτατορικό περιβάλλον όπου η δημόσια δράση βρισκόταν υπό τη δαμόκλειο σπάθη αυταρχικών ηγεσιών.
Το γεγονός όμως ότι υπάρχει στη κοινωνία σημαντική κρίση εμπιστοσύνης απέναντι στις πολιτικές των προηγούμενων κυβερνήσεων δε συνεπάγεται την απόρριψη των δημοκρατικών αξιών και πρακτικών. Σε έρευνα της Arab Opinion Index που διεξήχθη στις αρχές του 2020, γύρω στο 80% των Τυνήσιων συμφωνούν ότι η δημοκρατία αποτελεί το προτιμότερο πολίτευμα παρά της προβλήματά της, παρόλο που περίπου το 70% έχει χάσει την εμπιστοσύνη του στα πολιτικά κόμματα συλλήβδην. Εάν προστεθούν στα παραπάνω οι συνέπειες της μακροχρόνιας οικονομικής κρίσης που μαστίζει τη χώρα, οι επιπτώσεις της πανδημίας του Covid-19 και ο πόλεμος στην Ουκρανία (η Τυνησία κινδυνεύει επισιτιστικά καθώς εισάγει το 80% των σιτηρών της από την Ουκρανία), εύκολα γίνεται αντιληπτό ότι οι πολίτες τρέφουν προσδοκίες για άμεσα και απτά αποτελέσματα που θα επιφέρουν οικονομική σταθερότητα.
Μια ακόμα πτυχή των αποφάσεων που έλαβε ο πρόεδρος Σάϊεντ αφορά το ιδεολογικό επίπεδο και ειδικότερα την επιρροή που ασκεί το πολιτικό Ισλάμ και ο εκπρόσωπος του στην Τυνησία, το «Ενάχντα». Ενώ στη γενέτειρα του πολιτικού Ισλάμ, στην Αίγυπτο, η διακυβέρνηση από τους Αδελφούς Μουσουλμάνους ήταν πολύ συντομότερη χρονικά και είχε αιματηρό τέλος, με την ανατροπή του προέδρου Μοχάμεντ Μόρσι ύστερα από στρατιωτικό πραξικόπημα, στην Τυνησία παρατηρούμε την προσπάθεια εξοστρακισμού του πολιτικού Ισλάμ από το πολιτικό φάσμα με πιο θεσμικές μεθόδους, δηλαδή μέσα από συνταγματικές τροποποιήσεις. Ωστόσο, η παραπάνω ερμηνεία εγείρει επιφυλάξεις εάν λάβουμε υπόψη τη ρητορική που ανέπτυξαν τα κόμματα της αντιπολίτευσης απέναντι στις ενέργειες του Κάις Σάϊεντ. Σε ένα κλίμα έντονης πόλωσης μετά τις 25 Ιουλίου 2021, αρκετά κόμματα και ιδιαίτερα το «Ενάχντα», που κατείχε τη σχετική κοινοβουλευτική πλειοψηφία, στράφηκαν ενάντια στον Σάϊεντ και χαρακτήρισαν τις κινήσεις του ως πραξικόπημα ενάντια στη δημοκρατία. Στην διάδοση αυτής της ρητορικής καθοριστικό ρόλο διαδραμάτισε η δράση του μεγαλύτερου ειδησεογραφικού καναλιού στον αραβικό κόσμο, του Αλ-Τζαζίρα, το οποίο εδρεύει στο Κατάρ, ένα κράτος που επιδιώκει τη χάραξη ανεξάρτητης πολιτικής από τις υπόλοιπες μοναρχίες του Κόλπου προωθώντας τους υποστηρικτές του πολιτικού Ισλάμ τόσο στον αραβικό κόσμο όσο και έξω από αυτόν (ανάπτυξη στενών σχέσεων με την Τουρκία). Επιπλέον, αντίστοιχοι φόβοι εκφράστηκαν από μη κυβερνητικούς φορείς όπως τη Διεθνή Επιτροπή Νομικών στη Μέση Ανατολή και Βόρεια Αφρική σχετικά με την παραβίαση της διάκρισης των εξουσιών, ενώ, στις 16 Ιουνίου του 2022, πραγματοποιήθηκε γενική απεργία από το Γενικό Εργατικό Σωματείο (UGTT) που απαιτούσε αύξηση των μισθών και μείωση των περικοπών εν μέσω της οικονομικής κρίσης που βιώνει η χώρα.
Παρότι έχει παρέλθει σχεδόν ένα έτος από την παύση της λειτουργίας του Κοινοβουλίου, θα ήταν δύσκολο να εξαχθούν μακροπρόθεσμα συμπεράσματα για το μέλλον των δημοκρατικών κεκτημένων που κατοχυρώθηκαν μετά την Επανάσταση. Οι εκλογές του Δεκεμβρίου του 2022 καθίστανται καθοριστικής σημασίας για την πορεία της νεοπαγούς τυνησιακής δημοκρατίας, καθώς θα αποκαλύψουν τις προθέσεις του Προέδρου Σάϊεντ όσον αφορά τη διαμόρφωση των νέων ισορροπιών που θα προκύψουν στο κοινοβούλιο. Παράλληλα, αμφισβητείται κατά πόσον οι θεσμικές μεταρρυθμίσεις, εν μέσω οικονομικής κρίσης, πανδημίας και διεθνούς πολιτικής αστάθειας είχαν άμεσα θετικό αντίκτυπο στη ζωή του μέσου Τυνήσιου. Ωστόσο, αυτό για το οποίο μπορούμε να αποφανθούμε με βεβαιότητα είναι ότι, όπως αναφέρει ο Τυνήσιος ιστορικός Νουρεντίν αλ-Ντούγκι, οι Τυνήσιοι μετά την πτώση του Μπεν Αλί «πόνταραν στη δημοκρατία». Παρά την ευθραυστότητα των νέων δημοκρατικών θεσμών η Τυνησία θα εξακολουθεί να αποτελεί παράδειγμα για τον αραβικό κόσμο, ο οποίος φαίνεται να αφήνει πίσω του τις συγκρούσεις της προηγούμενης δεκαετίας.
Για περαιτέρω ενημέρωση
Ελληνικές πηγές
- Goldschmidt, A. Jr., & Boum A. (2016). ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΣΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ. Θεσσαλονίκη: ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ.
- Hourani, A. (2017). Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΡΑΒΙΚΟΥ ΚΟΣΜΟΥ. Αθήνα: ΨΥΧΟΓΙΟΣ.
- Rogan, E. (2019). ΟΙ ΑΡΑΒΕΣ. Αθήνα: Αλεξάνδρεια.
Αγγλικές πηγές
- AlJazeera. (2022, Ιούλιος 1). Tunisia’s draft constitution – what’s new, and why now? Ανάκτηση από AlJazeera: https://www.aljazeera.com/news/2022/7/1/proposed-new-tunisian-constitution-cements-presidents-powers-explainer
- BBC. (2022, Ιούλιος 11). Women in Tunisia: Has a female prime minister changed Tunisia? Ανάκτηση από BBC: https://www.bbc.com/news/world-africa-62053997
- Middle East Eye. (2022, Ιούνιος 7). Tunisia: New constitution ‘will remove reference to Islam’. Ανάκτηση από Middle East Eye: https://www.middleeasteye.net/news/tunisia-expert-drafting-new-constitution-no-reference-islam
- Yerkes, S. (2021, Αύγουστος 6). The Tunisia Model in Crisis: The President’s Power Grab Risks an Authoritarian Regression. Ανάκτηση από FOREIGN AFFAIRS: https://www.foreignaffairs.com/articles/tunisia/2021-08-06/tunisia-model-crisis?check_logged_in=1
Αραβικές πηγές
- AlArabiya. (2021, Αύγουστος 7). Al qisa alkamila: Qais Sayid. Ολόκληρη η ιστορία :Κάις Σάιντ. Ανάκτηση από https://www.youtube.com/watch?v=zdNQ53oIGME
- alMaghreb. (17/5/2022). al Maghreb τυνησιακή εφημερίδα .
- Dougui, N. (2016). tunis min alilala ila jumhuriyah 1814-2014 Τυνησία: από το Βιλαέτι στη Δημοκρατία. Τύνιδα: المنشورات الجامعية بمنوبة.
- Public Opinion Polling Unit. (2022, Σεπτέμβριος). itijahat alraay aleam altuwnisi nahua altajriba aldiymuqratia. Tunisian Public Opinion on the Democratic Experience. siyasat arabiya , σσ. 105-117.
- Step News Agency. (2021, Ιούλιος 26). mutalabat shaebia jadida fi tunis ‘am thawrat ‘amm inqilab.. madha yahsul fi tunis wa limadha. Νέα λαϊκά αιτήματα στην Τυνησία, επανάσταση ή πραξικόπημα.. Τι συμβαίνει στην Τυνησία και γιατί;. Ανάκτηση από https://www.youtube.com/watch?v=rCiPdG2f31A&t=89s